Το ποίημα ανήκει στη συλλογή «Οι τρίλιες που σβήνουν» που εκδίδεται το 1928, όταν η Μαρία Πολυδούρη έχει επιστρέψει από το Παρίσι και συνεχίζει τη νοσηλεία της, από το νοσοκομείο Charité στο νοσοκομείο «Σωτηρία» της Αθήνας.
Η συλλογή αποτελείται από τέσσερις ενότητες ποιημάτων: «Χαμόγελα», «Ξεφάντωμα», «Ο μοιραίος δρόμος», «Οι τρίλιες που σβήνουν».
Το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» ανήκει στην ενότητα που χάρισε και τον τίτλο σ’ όλη τη συλλογή, «Οι τρίλιες που σβήνουν».
«Τρίλια» στη μουσική σημαίνει την πολύ γρήγορή επανάληψη δύο συνεχόμενων φθόγγων που βρίσκονται σε απόσταση τόνου ή ημίτονου. Σημαίνει ακόμα τον τρόπο κελαηδήματος, που μοιάζει με τη μουσική τρίλια. Άρα και ο τίτλος προϊδεάζει για την ποιητική που δημιούργησε η Μαρία Πολυδούρη. Μία ποιητική που διακρίνονταν από τους ελάσσονες τόνους, την ατμοσφαιρικότητα, την υποβλητική μουσικότητα, στοιχεία που εξέφραζαν τη θλίψη, τη μελαγχολία, τη νοσταλγία, την απόγνωση.
Ανήκει η Μαρία Πολυδούρη στη νεορομαντική σχολή, η οποία στηρίχθηκε σε ρομαντικές και συμβολιστικές καταβολές και επεδίωξε την αναδιοργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της παραδοσιακής ποίησης τονίζοντας ιδιαίτερα το λυρικό στοιχείο του στίχου.
«Ολόκληρη η ποιητική της, ορμεμφυτική και αναδιοργάνωτη κατά τα άλλα, στηρίζεται στους εκφραστικούς τονισμούς και γενικότερα στην ηχητική εκφραστικότητα του στίχου. Οι τονισμοί διαγράφουν τις διακυμάνσεις και τις αποχρώσεις του αισθήματος, και το αίσθημα δίνει τον προσωπικό χαρακτήρα στη φωνή της και απηχεί το συναισθηματικό κλίμα της εποχής…»
Η Μαρία Πολυδούρη «έζησε σύμφωνα με τις αρχές της και στην ποίηση της άφησε να περάσει μόνον ό,τι επέτρεπε η ποιητική συνταγή: του νεορομαντισμού το πάθος για ζωή, το πάθος για τον έρωτα, τη συντριβή για ό,τι δεν έζησε, τη φθαρτότητα, τη σκιά θανάτου, τον ίδιο το θάνατο. Οτιδήποτε άλλο θεωρούνταν αντιποιητικό….»
Τίτλος του ποιήματος
«Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» (Σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο το οποίο παραθέτει το κείμενο, από την ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Η χαμηλή φωνή», Νεφέλη, 1990).
Στα Άπαντα της Μαρίας Πολυδούρη, εκδόσεις Αστέρι 1982, το ποίημα παρατίθεται με τον τίτλο «Γιατί μ’ αγάπησες».
Ο τίτλος παρουσιάζει τα πρόσωπα: β΄ ενικό και α΄ πρόσωπο ενικό και το ρήμα δίδει τη σχέση των δύο προσώπων: «αγάπησες» η αγάπη του εσύ για το με είναι η αιτία του διαλόγου, που θα ανοίξει μεταξύ των δύο προσώπων, και εμείς ως αναγνώστες θα τον γνωρίσουμε μέσα από τους στίχους που ακολουθούν.
Αν θεωρήσουμε ότι το απρόσωπο, το ποιητικό υποκείμενο είναι η ποιήτρια, τότε η ποιήτρια συνδιαλέγεται με το εσύ, συνδιαλέγονται η Ποίηση και η Ζωή με λυρισμό και πάθος γιατί υπάρχει η αγάπη, που αναδεικνύει τη σχέση εξάρτησης μεταξύ τους και την αλληλοαναφορά τους.
Η ύπαρξη, κυριαρχική και βαρύνουσα, του «μόνο», μοναδική αιτία του διαλόγου η αγάπη, επιβεβαιώνει ότι το ποίημα έχει άξονα αναφοράς τον Έρωτα, ένα ποιητικό, ερωτικό κείμενο με συναισθηματικές και συγκινησιακές εξάρσεις, ενταγμένο στο νεορομαντισμό, εκεί που η Μαρία Πολυδούρη εναπόθεσε τα συναισθήματά της με «όλες τις εξιδανικεύσεις, τις ωραιοποιήσεις και τις υπερβολές».
Το ποίημα αποτελείται από εννέα (9) πεντάστιχες στροφές. Στο σχολικό βιβλίο οι στροφές 4,5,6,8 παραλείπονται.
Ανάλυση
- Στην α΄ στροφή το ποιητικό εγώ εξομολογείται:
στά περασμένα χρόνια.
Δύο ρήματα: «τραγουδώ», ενεστώτας, παρόν και «αγάπησες», αόριστος, παρελθόν, που υπογραμμίζεται κι από το χρονικό προσδιορισμό «στα περασμένα χρόνια». Το τώρα ένα τραγούδι αποτέλεσμα της αγάπης του τότε. Το ποιητικό εγώ εξομολογείται ότι τώρα γράφει ένα τραγούδι, γιατί κάποτε στο παρελθόν αγαπήθηκε. Η αγάπη ως συναίσθημα που βιώθηκε τότε, βιώνεται και τώρα πολύ έντονα αλλά και ως κίνητρο με αποτέλεσμα το τραγούδι (τραγωδώ – η σύγκρουση των συναισθημάτων). Ο Έρωτας, η Αγάπη που γίνεται Ποίηση.
Αν λάβουμε υπόψη μας ότι το ποίημα ανήκει στην ενότητα «ποιήματα για την ποίηση» του σχολικού βιβλίου, η ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη στο διάλογό της με την ποίησή της θεωρεί αυτή ως «μεταγραφή των γεγονότων του συναισθηματικό της κόσμου».