Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2014

Τάσος Τσέκος, Μια ερμηνευτική πρόταση για το "Ο Δαρείος" του Καβάφη


Για να διαβάσετε τη μελέτη, κάντε κλικ στον παρακάτω δεσμό
Τάσος Τσέκος, Μια ερμηνευτική πρόταση για το "Ο Δαρείος" του Καβάφη

Καβάφης, Γιώργος Χαλάτσης

Η διαρκής αναζήτηση της ελληνικής ταυτότητας
στα έργα του Κωνσταντίνου Καβάφη
και Δημήτρη Δημητριάδη

Γιώργος Χαλάτσης


  
  Όλο το κείμενο στον παρακάτω δεσμό:
   
Στο παρόν κείμενο θα γίνει η παράλληλη παρουσίαση δύο έργων του Κωνσταντίνου Καβάφη και του Δημήτρη Δημητριάδη, έργα με πρόδηλη σχέση, είτε επειδή έχουν τον ίδιο τίτλο, είτε επειδή τα πρόσωπα που παρουσιάζονται σε αυτά έχουν το ίδιο όνομα[1]. Θα εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο οι δυο συγγραφείς έχουν προσεγγίσει το θέμα της ρευστότητας της σύγχρονης ταυτότητας, τόσο της ατομικής όσο και της εθνικής, κάτι που είναι εν γενεί χαρακτηριστικό της ύστατης νεοτερικής εποχής[2].
   Στην ανακοίνωση μου πρώτα θα διαβάσω παράλληλα το θεατρικό έργο του Δημητριάδη «Η αρχή της ζωής» και το ποίημα του Καβάφη «Ο Δαρείος». Πρέπει να σημειωθεί πως ένα από τα βασικά πρόσωπα της «Αρχής της Ζωής» ονομάζεται Δαρείος Φερνάζης, και είναι όνομα εμπνευσμένο από το ποίημα του Καβάφη. Κατόπιν θα διαβάσω παράλληλα την «Ιθάκη» του Καβάφη, με το τρίπτυχο μονολόγων «Ομηριάδα» του Δημητριάδη, έργα που έχουν για κοινή αφετηρία το ομηρικό έπος Οδύσσεια. Το δεύτερο μέρος της «Ομηριάδας» του Δημητριάδη, μάλιστα, έχει το ίδιο τίτλο με τον ποίημα του Καβάφη. Ο τρόπος με τον οποίο οι δύο ποιητές αλλά κυρίως ο Δημητριάδης ξαναδιαβάζουν το έργο του Ομήρου θα δούμε πως πραγματικά ξαφνίαζει[3].
   Η συγγένεια ανάμεσα στο έργο των δύο συγγραφέων έχει αναδειχθεί στο παρελθόν και από άλλους μελετητές[4], και η παράλληλη ανάγνωση έργων τους θα μπορούσε να είναι εκτενέστερη. Για να δώσω μόνο ένα παράδειγμα, το μυθιστόρημα «Πεθαίνω σαν χώρα», το έργο με το οποίο πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα ο Δημητριάδης το 1978, θυμίζει σε πολλά σημεία το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» του Καβάφη.[5] Δεδομένης όμως της συντομίας που πρέπει να έχει η παρούσα έρευνα, αποφάσισα να ασχοληθώ μόνο με τα έργα που προανέφερα[6].
   Το μεθοδολογικό/ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαι είναι αυτό της γαλλικής σχολής
του αποδομισμού, στηριζόμενος κυρίως στο έργο της Τζούλια Κρίστεβα. Θεωρώ εξαιρετικά αναλυτικά εργαλεία στην ώρα την ανάγνωσης των κειμένων μου, τόσο την έννοια της διακειμενικότητας[7], όσο και τις ανταγωνιστικές έννοιες του σημειωτικού και συμβολικού[8].





[1] Σύμφωνα με το σύστημα ανάλυσης της διακειμενικότητας του Ζεράρ Ζενέ, αυτού του είδους διακειμενικότητας ανήκει στο είδος της παρακειμενικότητας, και είναι το πιο εύκολο στην ανίχνευση του. Βλέπε Palimpsestos σελ 11
[2] Χρησιμοποιώ τον όρο Ύστατη Νεοτερική εποχή με τον τρόπο που τον χρησιμοποιεί ο Giddens στο Μodernity and Self identity ο οποίος δεν θεωρεί σκόπιμο τον διαχωρισμό σε νεωτερική και μετανεωτερικη εποχή, όπως ο Λυοταρ και άλλοι μελετητές, γιατί αντίθετα από εκείνους, αναγνωρίζει μια συνέχεια στους τρόπους με τους οποίους το εγώ και η κοινωνική ταυτότητα συγκροτείται στις πρώτες μοντέρνες κοινωνίες, στην βιομηχανική εποχή και την μεταβιομηχανική εποχή. Σύμφωνα με τον Giddens κάθε εποχή έχει τους δικούς του τρόπους για να τονίζει τα σταθεροποιητικά η τα αποσταθεροποιητικά στοιχεία μιας ταυτότητας. Bλ. Giddens, σελ 25. Για μια πιο λεπτομερή παρουσίαση του τρόπου που συγκροτείται η ταυτότητα από κοινωνιολογική σκοπιά παραπέμπω στο αδημοσίευτο κείμενο «Το ζήτημα της ταυτότητας στο υλικό από τα ελληνικά ιστολόγια», που είναι το δεύτερο κεφάλαιο της διατριβής του Κωστή Σπηλιώτη πάνω στη συγκρότηση της ταυτότητα στο διαδίκτυο.
[3] Στο παρόν κείμενο χρησιμοποιώ τον ρήμα διαβάζω ένα κείμενο, αντί ερμηνεύω η ασκώ κριτική, γιατί πιστεύω ότι ακόμη και το απλό γεγονός της ανάγνωσης ενός κειμένου, ενέχει το στοιχείο της ερμηνείας και της κριτικής.
[4] Από τον Δ Τσατσούλη, στο συνοδευτικό κείμενο της Ομηριάδας, από την Δ.Κονδυλάκη, στο περιοδικό Ποίηση Νο26, από την Τζίνα Πολίτη στο Απόλυτο κέντρο της ύπαρξης.
[5] Δημήτρης Παπανικολάου, Βιβλιοδρόμιο, 8/9/2007, 26/8/2010,
[6] Στην παρούσα ανακοίνωση αναφέρομαι διεξοδικότερα στα έργα του Δημητριάδη, που είναι τα έργα που λιγότερο έχουν μελετηθεί ως τώρα.
[7] Kristeva, «Word dialogue and novel», στο Desire in Language, σελ 66
[8] Kristeva, «From One identity to An Other», στο Desire in Language, σελ 128-130

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Δήμητρα Μήττα, Δοκιμές προσέγγισης στα ποιητικά κείμενα της Γ΄ Λυκείου

Δ.Ν.Μαρωνίτης - Υπεροψία και Μέθη (1970) ΚΑΒΑΦΗΣ, Ο ΔΑΡΕΙΟΣ

Μιθριδάτης
Δ.N. Μαρωνίτης, «Yπεροψία και μέθη. Ο ποιητής και η Ιστορία» (1970) - Κ.Π. Καβάφης

Φυλακές και κλουβιά

Σε μια εποχή, όπως η δική μας, όταν την ιστορία την παράγουν οι μηχανές με τα ανθρώπινα εξαρτήματά τους, σε τι μπορεί πια να χρησιμεύσει η φωνή του ποιητή;
Σε μια χώρα φτωχή και μικρή, όπως η δική μας, όπου γη, θάλασσες και άνθρωποι μεταβάλλονται στους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους των μεγάλων σε προγράμματα της πολεμικής οικονομικής και τουριστικής τους πολιτικής, τι να περισώσουν οι λίγες λέξεις του ποιητή, που τις περισυλλέγει με τις διάχυτές του αισθήσεις;
Σε μια ώρα τόσο κρίσιμη, όπως αυτή του τόπου μας σήμερα, όταν ο επιούσιος λόγος πληρώνεται πολύ ακριβά, γιατί ο ποιητής με τη φωνή του να επισημοποιεί και τη δική μα ς και τη δική του ένοχη επιβίωση;
Τα τρία αυτά αφελή ερωτήματα μπαίνουν εδώ, όχι για να εξάψουν το επιδερμικό άγχος των ψευδαίσθητων, μήτε για να υποδείξουν τη λύση της μεταφυσικής χαύνωσης, αλλά για να ορίσουν τρία είδη από φυλακές, μέσα στις οποίες ζουν οι άνθρωποι του αιώνα μας, είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι.
Η πρώτη διαθέτει ακόμη πολλές ανέσεις και τόσο διακοσμημένες πληγές, που δύσκολα ξεχωρίζει κανείς την αληθινή κραυγή από την κερδοσκοπία και τη διαφήμιση. Η δεύτερη παγίδα μάς είναι πιο γνώριμη, αφού μας τύλιξε στα δίχτυα της εδώ και αρκετά χρόνια. Το τωρινό μας όμως κελί είναι το τρίτο· σ’ αυτό ζούμε την ιστορία, δική μας και των άλλων, σ’ αυτό αγρυπνούμε και λαχταρούμε τον καθαρό αέρα και το νερό.
Κι όμως δεν έλειψαν εκείνοι που, με τα μάτια ανοιχτά και το μυαλό ξεμέθυστο, φώναξαν και φωνάζουν πόσο εύκολα περνά κανείς από την πρώτη στη δεύτερη, κι από τη δεύτερη στην τρίτη φυλακή. Βλέποντας γύρω τους τον χώρο ολοένα να στενεύει και να κλείνει, χρησιμοποίησαν από νωρίς μια γλώσσα συνθηματική και προειδοποιητική, τη γλώσσα των φυλακισμένων: Χτύπησαν πόρτες κλειστές, έγραψαν στους τοίχους σημαδιακές ημερομηνίες, δοκίμασαν τα βιολογικά τους ανακλαστικά: αν τους δίνει ακόμη ο ήλιος τη σταγονομετρική του αισιοδοξία, αν δεν τους παραλύει το μυαλό η νύχτα με τους μηχανοκίνητους εφιάλτες της, αν διατηρούν τα όνειρά τους το οξύ και απειλητικό τους νόημα, αν μένει ακόμη η μνήμη τους συλλογισμένη και σκληρή, καθυστερώντας σ’ ό,τι καλό ή κακό είπαν ή έκαμαν οι πεθαμένοι μας και οι ζωντανοί μας.
Ρωτούσαν και ρωτούν με ποιο δικαίωμα και ποιοι είναι αυτοί που τους αρπάζουν το καθημερινό τους φαγητό, τον ύπνο και τον έρωτα, στο όνομα της ιστορίας, με τα φαντάσματα του παρελθόντος ή με τα οράματα του μέλλοντος.
Κι ο ποιητής; Εξαρτάται από το είδος της φυλακής που βρέθηκε. Από το αν ο τόπος του τον είχε ασκήσει στη συνθηματική αυτή γλώσσα των φυλακισμένων. Από το αν ο ίδιος είχε την ειλικρίνεια, το θάρρος και την τέχνη να πάει τη γλώσσα αυτή ακόμη πιο πέρα και πιο βαθιά. Από το αν λειτούργησαν καλά τα βιολογικά του ανακλαστικά.
Δεν έλειψαν οι ποιητές και στον δικό μας τόπο. Είναι δουλειά των γραμματικών της ποίησής μας να μελετήσουν αν και πώς βλάστησε και ως που έφτασε η συνθηματική αυτή γλώσσα μέσα στη νεοελληνική ποίηση. Εδώ θα σταθούμε σ’ έναν μόνο ποιητή μας - νεκρό πια από σαράντα κιόλας χρόνια - που ήξερε καλά και άσκησε σωστά τη γλώσσα αυτή. Μιλώ για τον αλεξανδρινό Καβάφη, και πιο συγκεκριμένα για ένα του ποίημα από τα πιο γνωστά και από τα πιο επίκαιρα στις μέρες μας, τον «Δαρείο». Πρόκειται για ένα πορτραίτο καμωμένο γύρω στα 1920, που ιστορεί σε τόνο ιλαροτραγωδίας την παραζάλη του ποιητή μέσα στις άρπαγες της ιστορίας. Ένας ποιητής σ’ ένα κλουβί, και το κλουβί πιασμένο σ’ ένα δίχτυ. Ο ποιητής αιχμάλωτος της ποιητικής του ιδέας, την ώρα που οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι ετοιμάζονται να πιάσουν στο δίχτυ τους και αυτόν τον ίδιο και τη χώρα του. Κάποιος παλιοκαιρίσιος θα έδινε στο πορτραίτο αυτό τον τίτλο «Ο ποιητής και η ιστορία». Ο τίτλος αυτός μάς βολεύει κι εμάς, αλλά πριν προχωρήσουμε στο κύριο θέμα, χρειάζονται, για καλύτερη συνεννόηση, κάποιες διευκρινίσεις.

Για να διαβάσετε τις υπόλοιπες 9 σελίδες  της μελέτης, κάντε κλικ στον παρακάτω δεσμό.




ΚΑΒΑΦΗΣ, Ο ΔΑΡΕΙΟΣ, ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

  

 Για να διαβάσετε τις σημειώσεις του βιβλίου του καθηγητή για το ποίημα, κάντε κλικ στον παρακάτω δεσμό.