Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Λαογραφικά στοιχεία




Από το διήγημα περνάει όλος ο κύκλος της θρακιώτικης ζωής: γέννηση, θάνατος, χαρές, πίκρες... Στις σελίδες του διηγήματος μπορούμε να συναντήσουμε:

  •        Σελ.126 «Ἀφ' ὅτου... κατά μέρος»: Στοιχεία για τη θέση της γυναίκας.
  •       Σελ.127-8 « Πᾶσα νόσος... μεταμορφωμένος» : Λαϊκές αντιλήψεις για το «εξωτικόν».
  •     Σελ.129 «Πότε ἐπήγαινε... το ἀνάστημα»: Αντιλήψεις για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία ασθενειών. 
  •    Σελ.129 «Ἔπρεπε λοιπόν... κατησχυμένον»: Αντιλήψεις περί δαιμονίων, σατανικού πάθους, μαγικού αριθμού 40 κλπ.
  •   Σελ.132 «Κατά τήν λειτουργίαν... τοῦ Ἐχθρού κ.τ.λ»: Θρησκευτικά δρώμενα κατά την παραμονή ασθενούς στην εκκλησία.
  •    Σελ.134 « Ἦτο τό... αὐτοσχεδίως»: Στοιχεία σχετικά με τα μοιρολόγια.
  •    Σελ.135 Στοιχεία για τρόπο ένδυσης (καλύπτρα, σαλβάρι), λαϊκή αρχιτεκτονική (αυλόπορτα, ανώγι), σκεύη (γανωμένα χάλκινα σκεύη), φιλοξενία.
  •     Σελ.136-7 « Μετά τινας στιγμάς... νά πίω»: Αντιλήψεις για τη ζωή, το θάνατο, την ψυχή.
  •      Σελ.139 « Ἤδη αὐτή... παρ' ὑμῖν»: Θρησκευτικά και λαϊκά δρώμενα περί υιοθεσίας
  •     Σελ. 141 «ἐγώ μέν ἐπλανώμη... ἐν τῇ ξένῃ.»: Μετανάστευση ( +σελ. 144..)
  •     Σελ. 141, 142, 144, αναφορά στην προίκα.
  •     Σελ.145 « …θα ἤμην πρόθυμος... εἰς τούς γάμους της.»: Λαϊκές γιορτές, προίκα, γάμος, θέση γυναίκας.
  •     Σελ. 147 «ὥς τώρα… καί ὁ πνευματικός μου.» Εξομολόγηση στον πνευματικό
  •      Σελ.147 « Ὅ μακαρίτης... μαζί»: Ο αριθμός σαράντα...
  •     Σελ.148 « Τό πρωϊ... πολύτερα»: Λαϊκά δρώμενα του γάμου, θέση γυναίκας.
  •     Σελ.150 « Ὃταν ἐπῆγεν... σχωροχάρτι»: Αντιλήψεις για τη συγχώρεση. Συμβολικοί αριθμοί 3, 12.

Επέλεξα τα πιο αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα. Κάποια στοιχεία που επαναλαμβάνονται δεν έκρινα καλό να τα γράψουμε περισσότερες φορές, ενώ παραλείφθηκαν και αναφορές που, εμμέσως πλην σαφώς, οδηγούν σε αντιλήψεις και συνήθειες της εποχής.

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ


Γ. Βιζυηνού, Το αμάρτημα της μητρός μου
 
Οι αφηγηματικές τεχνικές που επιλέγει ο Γ. Βιζυηνός καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από μια πρακτική, που οι μελετητές του ονομάζουν «ποιητική της πλάνης», γιατί οι ήρωές του εμφανίζονται να έχουν διαφορετική έως και αντίθετη συνείδηση της πραγματικότητας.
Η τεχνική αυτή έχει προσδιοριστεί και ως τεχνική της διπλής ή πλαστής πραγματικότητας: οι αδελφοί (ένας εκ των οποίων είναι και ο αφηγητής) διαμορφώνουν τη στάση τους απέναντι στα πρόσωπα και τα γεγονότα βασιζόμενοι σε λανθασμένα δεδομένα ή παρασυρόμενοι από την άγνοιά τους για κάποιο σημαντικό επεισόδιο. Η εικόνα λοιπόν που διαμορφώνουν για την πραγματικότητα, τόσο οι ίδιοι όσο και ο αναγνώστης (που βασίζεται στην οπτική γωνία του αφηγητή) είναι πλαστή. Στο τέλος του διηγήματος όμως αποκαλύπτεται ένα μυστικό, ένα στοιχείο, την ύπαρξη του οποίου οι ήρωες και ο αφηγητής δεν αντιλαμβάνονταν, και πλέον ανασυνθέτουν μια δεύτερη εικόνα της πραγματικότητας βασιζόμενοι στα νέα στοιχεία
Σύμφωνα με τον Δ. Τζιόβα στα περισσότερα διηγήματα η αφήγηση είναι σαφώς μεταγενέστερη των γεγονότων και η εστίαση τείνει να είναι συγχρονική, με αποτέλεσμα να συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες, τους φόβους και τις απορίες της παιδικής συνείδησης. Τούτο είναι εμφανές στο «Αμάρτημα της μητρός μου», όπου ο αφηγητής είναι ο ώριμος Γιώργης, ενώ αυτός που εστιάζει είναι το παιδί- Γιώργης και έτσι το αίνιγμα παρατείνεται μέχρι τέλους ενισχυμένο από τους υπαινιγμούς της μητέρας. Φράσεις όπως: «Ενθυμούμαι ακόμη οποίαν εντύπωσιν έκαμε επί της παιδικής μου φαντασίας η πρώτη εν τη εκκλησία διανυκτέρευσις», αποβλέπουν στο να υπογραμμίσουν τη διάσταση ανάμεσα στον ώριμο αφηγητή και στην παιδική συνείδηση που προσλαμβάνει τα γεγονότα. Έτσι ο αναγνώστης υποχρεώνεται να ακολουθήσει την παιδική συνείδηση στην αναζήτηση της λύσης του μυστηριώδους αμαρτήματος. Όταν επομένως ο αφηγητής λέει «τώρα μού ηνοίγησαν οι οφθαλμοί, και εκατάλαβα πολλάς πράξεις της μητρός μου», τούτο ισχύει και για τον αναγνώστη. Ο Βιζυηνός δε θα μπορούσε να διατηρήσει την ένταση και το ενδιαφέρον για το μυστήριο της ιστορίας του δίχως να υιοθετήσει την παιδική προοτπική και έτσι βλέπουμε ότι οι επιταγές της πλοκής επιβάλλουν και κάποια συγκεκριμένη μορφή εστίασης. [...]

ρολος αφηγητη - εστιαση

Στο αμάρτημα της μητρός μου την ιστορία την αφηγείται ένα από τα πρόσωπα του διηγήματος.
Το γεγονός αυτό καθιστά τον αφηγητή δραματοποιημένο. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση που επιλέγεται συνιστά καινοτομία για τα δεδομένα της μέχρι τότε πεζογραφίας.
Ο αφηγητής δεν αναλαμβάνει βέβαια τον πρωταγωνιστικό ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Αρχικά, εμφανίζεται μαζί με τα υπόλοιπα πρόσωπα της οικογένειας και για το λόγο αυτό ο πληθυντικός επικρατεί. Στη συνέχεια, η παρουσία του ενισχύεται και σε αρκετά χωρία γίνεται το κύριο πρόσωπο, ο πρωταγωνιστής. Παράλληλο ρόλο σημαντικό έχει και η μητέρα με την οποία ο Γιωργής συμπρωταγωνιστεί.
Ως προς την εστίαση, ο αφηγητής, υιοθετώντας την οπτική γωνία του παιδιού που σταδιακά εξελίσσεται και ωριμάζει παράλληλα με τα γεγονότα, κινείται ανάμεσα στην εσωτερική (η αφήγηση αποκαλύπτει μόνο όσα ξέρει ένας χαρακτήρας) και -πολύ λιγότερο βέβαια- την εξωτερική (η αφήγηση αποκαλύπτει λιγότερα από όσα ξέρει ένας χαρακτήρας). Αν και θέλει να διεισδύσει στον ψυχισμό των ηρώων του και να αναπαραστήσει την εσωτερική τους ζωή, δεν επιλέγει τον τύπο του παντογνώστη αφηγητή (που δέσποζε ως τότε στο ιστορικό μυθιστόρημα), γιατί έτσι θα ακύρωνε το μυστήριο του αινίγματος, που στο Αμάρτημα της μητρός μου είναι έντονο. Σε κάποια μόνο σημεία η εστίαση γίνεται διευρυμένη εσωτερική (τείνει προς τη μηδενική), καθώς ο αφηγητής παρουσιάζει σκηνές από όπου απουσίαζε, προκειμένου να μην υπάρξουν κενά στην αφήγηση (π.χ. η σύγκρουση της μητέρας με τους γιους της για τη δεύτερη υιοθεσία σελ. 141-142) Μελετώντας την αφηγηματική προοπτική στα διηγήματα του Βιζυηνού ο Massimo Peri υποστηρίζει ότι «ο αφηγητής σε πρώτο πρόσωπο βάζει συχνά κάποιους περιορισμούς στον εαυτό του αποσιωπώντας τις πληροφορίες που απέκτησε εκ των υστέρων και δίνοντάς μας μόνο τις πληροφορίες που είχε κατά τη στιγμή της δράσης, κάτι που ο αφηγητής ενός αφηγήματος σε τρίτο πρόσωπο συνήθως δεν κάνει».
Παράλληλα, χρησιμοποιεί την τεχνική του ελεύθερου πλάγιου λόγου με την οποία αναμειγνύει τη φωνή του με εκείνη της μητέρας και έτσι αποδίδει τα λόγια ή τις σκέψεις της, χωρίς να βάζει εισαγωγικά. Τυπικό παράδειγμα αυτής της τεχνικής αποτελείτο σημείο (σελ. 139) όπου ο αφηγητής αναφέρεται στον απαράβατο όρο που έθεσε η μητέρα σχετικά με το πότε θα αρχίσουν τα αγόρια να εργάζονται: « Επί πολύ χρόνον {...} Αλλά προ τούτου έπρεπε να μάθωμεν όλοι τα γράμματά μας, έπρεπε να ξεσχολήσομεν. Διότι, έλεγεν η μήτηρ μας, άνθρωπος αγράμματος, ξύλον απαλέκητον».
Στο έργο του Δ. Τζιόβα, το παλίμψηστο της Ελληνικής αφήγησης, διαβάζουμε τα ακόλουθα: Σ’ αυτόν τελικά η οπτική γωνία είναι ιδιάζουσα γιατί και η πλοκή των περισσότερων διηγημάτων του είναι σχεδόν μοναδική. Ο Βιζυηνός είναι ο πρώτος νεοέλληνας πεζογράφος που βασίζει την πλοκή του στο αίνιγμα και το στοιχείο αυτό μαζί με το χρονικό ανάπτυγμά της έδωσαν την ευκαιρία σε αρκετούς, με πρώτο τον Παλαμά, να υποστηρίξουν ότι τα διηγήματά του έχουν τις προϋποθέσεις μυθιστορήματος. Πολύ δύσκολα θα ξαναβρούμε στην ελληνική πρόζα πλοκή σαν του Βιζυηνού που να εκμεταλλεύεται τόσο καλά την εσωτερική εστίαση και αυτό γιατί το κυρίαρχο μοντέλο οργάνωσης της δράσης σε αρκετές νουβέλες και διηγήματα είναι τελείως διαφορετικό. Βασίζεται κυρίως στην τριμερή διάταξη των συμβάντων ακολουθώντας το σχήμα: αρχική κατάσταση- ανατροπή της -νέα κατάσταση, παρά στο αίνιγμα ή την απορία [...]
Ο Βιζυηνός αξιοποιεί και τους δύο διαθέσιμους τρόπους ανάπτυξης της δράσης, την περίληψη και τη σκηνική μέθοδο. Με την περίληψη ο αναγνώστης έχει κατ’ αρχήν την αίσθηση της παρεμβολής του αφηγητή, ανάμεσα σ’ αυτόν και τα γεγονότα και την εντύπωση ότι ακούει μια αναφορά συμβάντων στα οποία δεν υπήρξε παρών. Με αυτή τη μέθοδο παρουσιάζονται, επί παραδείγματι, τα μέλη της οικογένειας, πληροφορούμαστε την ασθένεια της Αννιώς και τις απελπισμένες προσπάθειες της μητέρας να τη θεραπεύσει.
Με τη σκηνική μέθοδο ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι είναι παρών στα διαδραματιζόμενα. Ένα από τα αποτελεσματικότερα μέσα της είναι ο διάλογος, ο οποίος σε συνδυασμό με τον ελεύθερο πλάγιο λόγο εξασφαλίζει την ισότιμη παρουσίαση του λόγου του αφηγητή και της μάνας.

χρονος

Όσον αφορά τη χρονική ανάπτυξη του διηγήματος ο Βιζυηνός υιοθετεί μια μέθοδο που παραπέμπει στο μυθιστόρημα, στο οποίο μια ιστορία παρουσιάζεται σε όλη την εξέλιξή της. Αντιθέτως, το διήγημα βασίζεται στην αρχή της αφηγηματικής συντομίας· η ιστορία παρουσιάζεται τη στιγμή της κορύφωσης ή της κατάληξής της. Όπως επιβεβαιώνει ο Π. Μουλάς, «στην περίπτωση του Βιζυηνού η εξέλιξη δεν αποκλείει την κατάληξη ή τον παροξυσμό. Αν ο κορμός της αφήγησης είναι συνήθως μυθιστορηματικός, η έκβασή της, απροσδόκητη, παρουσιάζεται τυπικά διηγηματική, χωρίς επίλογο». Μπορεί να πει κανείς ότι το Αμάρτημα της μητρός μου έχει τέτοια έκταση και σύνθετη πλοκή που δίνει την εντύπωση ότι γράφτηκε με βάση τις αρχές του μυθιστορήματος, έχει όμως διηγηματικό τέλος.
Η παραβίαση της αρχής της αφηγηματικής συντομίας επιτρέπει στο συγγραφέα να χρησιμοποιήσει αναχρονίες. Αυτό σημαίνει ότι ανατρέπει τη χρονική ακολουθία των γεγονότων στην προσπάθειά του να αναδείξει τις αιτιώδεις σχέσεις τους και να τα φωτίσει. Ο ρόλος των αναχρονιών:
- Αποφορτίζουν δραματικά την ατμόσφαιρα (π.χ. το μοιρολόι του τσιγγάνου).
- Αναδεικνύουν τις αιτιώδεις σχέσεις των γεγονότων, φωτίζοντας τα κίνητρα της συμπεριφοράς. (π.χ. εξηγείται η υπόσχεση του Γιώργη και επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά ο ενοχοποιημένος του ψυχισμός.)
- Ανατρέπουν τις χρονικές σχέσεις των γεγονότων προς όφελος των αιτιωδών σχέσεων.
- Υποστηρίζουν τον αινιγματικό χαρακτήρα του έργου.
- Καθιστούν ενδιαφέρουσα και δυναμική την πλοκή.
Αναδρομές αποτελούν οι αφηγήσεις που αφορούν τη σύνθεση του μοιρολογιού από το γύφτο, τη διάσωση του Γιωργή στο ποτάμι και την υπόσχεση που έδωσε τότε στη μητέρα, καθώς επίσης και η εκτεταμένη εξομολόγηση της μητέρας στο γιο. Υπάρχουν και σύντομες αναδρομές που καταλαμβάνουν την έκταση μιας φράσης, όπως στην περίπτωση της μητρικής προσευχής στην εκκλησία και της αντίδρασης του Γιωργή «ανεκάλεσα εις την μνήμην μου- προσεπάθησα να ενθυμηθώ- ενθυμήθην» ή στην περίπτωση της νυχτερινής τελετουργίας με τον αγιασμό, «μου ήλθεν εις τον νουν ότι...». Στο διήγημα υπάρχει μία πρόδρομη αφήγηση στην οποία προσημαίνεται η αναχώρηση του Γιωργή στα ξένα. Στόχος της είναι να τονίσει τη δυστυχία και την αγωνία που θα νιώσει η μάνα λόγω της ξενιτιάς του παιδιού της.

ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΒΙΖΥΗΝΟΥ



 Από το συγκεκριμένο διήγημα του Γεώργιου Βιζυηνού μπορούμε να συγκεντρώσουμε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά της γραφής του:
1. Μια ιστορία βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά της παιδικής κυρίως ηλικίας σε σχέση με άλλα μέλη της οικογένειας. Όσα όμως κι αν είναι τα αυτοβιογραφικά στοιχεία, η λογοτεχνική σύμβαση εντάσσει τη γραφή τους στο είδος των «πλαστών απομνημονευμάτων».
2. Ο πρωτοπρόσωπος και αυτοδιηγητικός αφηγητής είναι «διφυής». Υπάρχει το «εγώ» της ιστορίας και το «εγώ» της αφήγησης. Το «εγώ» που βιώνει τα γεγονότα (και μιλάει γι’ αυτά) σε διάφορους χρόνους και το «εγώ» που τα αφηγείται στο παρόν της γραφής. Τα «εγώ» αυτά χωρίζονται κάθε φορά με ανάλογη αφηγηματική απόσταση.
3. Η αφήγηση είναι πάντα αναδρομική με τη μορφή ανάμνησης και εξομολόγησης και με τη συγκέντρωση αναμνήσεων διαφορετικών χρόνων γύρω από το θεματικό κέντρο της αφήγησης σε μία κατά βάση γραμμική αντίληψη χρόνου, που διαρκεί είκοσι χρόνια.
4. Η αφήγηση γίνεται σε πλάγιο λόγο και σε χρόνους παρελθοντικούς (παρατατικός, αόριστος) και διακόπτεται από τον αναφερόμενο λόγο, δηλαδή τα λόγια των προσώπων σε ευθύ λόγο. Η αφηγηματική «διήγηση» γίνεται στην καθαρεύουσα, ενώ η «μίμηση» της φωνής των προσώπων σε λαϊκή γλώσσα.
5. Η αφήγηση διακρίνεται για το πυκνό δραματικό της περιεχόμενο, την αναπαραστατική θεατρικότητα της και την κλιμακούμενη αύξηση του ενδιαφέροντος, καθώς η πλοκή κορυφώνεται προς το τέλος με την αφήγηση της μητέρας.
6. Το ηθογραφικό πλαίσιο της αφήγησης έχει ένα βαθύ λαογραφικό υπόστρωμα (έθιμα, λαϊκές δοξασίες, λαϊκός βίος), ενώ σε πρώτο πλάνο αναπαρασταίνει το πραγματικό και το συγκεκριμένο, κατά τις απαιτήσεις του ρεαλισμού.
7. Ιδιαίτερα θα πρέπει να τονιστεί η δυνατή ψυχογραφική ανάλυση των χαρακτήρων, καθώς και του ίδιου του αυτοδιηγητικού αφηγητή, που έμμεσα κι αυτός αυτοψυχογραφείται, καθώς βιώνει τη συμπεριφορά της μητέρας μέσα από διάφορα στάδια που περνά η σχέση του μαζί της και μέσα από το συνειδησιακό δράμα της. Μάνα και γιος διακρίνονται για την ιδιαίτερη ευαισθησία τους. Το διήγημα είναι ένα από τα τυπικότερα δείγματα αυτού που η φροϋδική θεωρία ονόμασε οικογενειακό μυθιστόρημα των νευρωτικών (Παναγιώτης Μουλλάς, ό.π., Εισαγωγή, σελ. ρστ').
8. Ο τίτλος του διηγήματος αφενός τίθεται ως «αίνιγμα» και ως πρόβλημα προς λύση, όπως και άλλοι τίτλοι διηγημάτων του Βιζυηνού, αφετέρου περιέχει, με την προσωπική αντωνυμία πρώτου προσώπου (μου), την ένδειξη της αυτοδιηγητικής και υποκειμενικής αφήγησης.
9. To διήγημα είναι πυκνό, πολυπρόσωπο, πολυφωνικό: ο «διφυής» αφηγητής και η μητέρα, ο πατέρας και η Αννιώ, τα άλλα δύο αγόρια (βουβά), τα δύο υιοθετημένα κορίτσια (βουβά), ο κουρέας, ο ιερέας, ο Γύφτος, ο πρωτόγερος, ο Πατριάρχης, ανώνυμοι γείτονες, η γριά με τα βότανα, ο «διαβασμένος» ξένος, οι χωρικοί στη διαδικασία της υιοθεσίας ή στο γλέντι, οι μουσικοί, ο χορός, συνθέτουν έναν κόσμο ολόκληρο, που θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε μυθιστόρημα και που πάντως ξεπερνάει πολύ τις συνήθεις απαιτήσεις του διηγήματος.
10. Η αφήγηση είναι περιγραφική και σχολιασμένη. Οι σκηνές στην εκκλησία, στο σπίτι το βράδυ του θανάτου της Αννιώς, η σκηνή με το Γύφτο, η σκηνή της υιοθεσίας, η σκηνή στο ποτάμι, ο χορός στο γαμήλιο γλέντι, η σκηνή που πλακώνει το μωρό η μητέρα δίνονται με τρόπο εξαιρετικά ζωντανό και παραστατικό. Είναι εικόνες που «μένουν».

Χαρακτηριστικά της αφηγηματογραφίας του Βιζυηνού

χαρακτηριστικα της αφηγηματογραφιας του βιζυηνου στο διηγημα
«το αμαρτημα της μητρος μου »

αρετες της διηγηματογραφιας
       Μυθιστορηματική πλαστικότητα των χαρακτήρων.
       Δραματικές συγκρούσεις.
       Δομή άρτια.
       Έξοχη πλοκή: «ποιητική της πλάνης» - «πρόωρες ενδείξεις», νύξεις για το αίνιγμα του τίτλου.
       Διείσδυση στην ψυχή των ηρώων.
       Θαυμαστές για το μέτρο τους κορυφώσεις.
       Λεπτή συγκίνηση και ανθρωπιά → ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας διήγησης.

επιρροες
       Ηθογραφία / Λαογραφία: Επίδραση της γενέθλιας θρακικής υπαίθρου à θρακικό ιδίωμα στους διαλόγους, πιστή περιγραφή ηθών / εθίμων, αντιλήψεων.
       Λόγιο - φαναριώτικο στοιχείο: Λόγια γλώσσα, έντονη θρησκευτικότητα.
       Ευρωπαϊκή παιδεία: Αληθοφάνεια χαρακτήρων, φιλοσοφικές προεκτάσεις.
       Επιστήμη της ψυχολογίας: Ψυχογράφηση χαρακτήρων, δραματικές εσωτερικές συγκρούσεις à το παιχνίδι της «ενοχής» και της «λύτρωσης».

αυτοβιογραφικος χαρακτηρας
Ως προς την αφήγηση:
       πρωτοπρόσωπη αφήγηση
       εσωτερική εστίαση
       ομοδιηγητικός / αυτοδιηγητικός αφηγητής
Ως προς το περιεχόμενο:
       το κτητικό «μου» στον τίτλο
       το ομώνυμο συγγραφέα – αφηγητή
       τα ονόματα των υπόλοιπων μελών της οικογένειας
       το στοιχείο της θρησκευτικότητας
       οικογενειακές μνήμες και προσωπικά βιώματα (π.χ. γνωριμία με τον Πατριάρχη, ταξίδια στην Πόλη, υιοθεσίες κοριτσιών κ.λπ.)

θεατρικοτητα
       Χρήση της σκηνικής μεθόδου για την παρουσίαση της δράσης à ροπή της αφήγησης σε μίμηση.
       Χρήση του διαλόγου.
       Εναλλαγή σκηνών και επεισοδίων.
       Εναλλαγή χώρων σαν τα σκηνικά του θεάτρου.
       Ύπαρξη δομικών ενοτήτων με σχετική αυτοτέλεια, όπως οι πράξεις στο θεατρικό έργο.
       Συμμετοχή πολλών προσώπων (πρωταγωνιστές, δευτεραγωνιστές, βουβά πρόσωπα).

νατουραλισμος και ηθογραφια
ορισμοι
α. Ο Νατουραλισμός είναι το κορύφωμα του ρεαλισμού, που όπως κι αυτός ασκεί κριτική στην κοινωνία. Είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα που εμφανίζεται στη Γαλλία το 19ο αιώνα. Συνδέεται αποκλειστικά με την πεζογραφία και επιλέγει απλά θέματα από την καθημερινή ζωή. Προσπαθεί να μιμηθεί, να αναπαραστήσει δηλαδή πιστά την πραγματικότητα. Ο Νατουραλισμός καταγγέλλει μέσα από τα έργα του την κοινωνική εξαθλίωση και τις συνθήκες στις οποίες είναι αναγκασμένοι να ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Στα έργα τους οι νατουραλιστές υπερτονίζουν τις πιο αρνητικές και άσχημες καταστάσεις της ζωής, ασχολούνται με θέματα όπως η ανθρώπινη αθλιότητα, διαφθορά και οι απάνθρωπες συνθήκες ζωής, παρουσιάζοντας την αλήθεια γυμνή, χωρίς προσπάθεια για ωραιοποίηση, με σκοπό να προκαλέσουν την έντονη αντίδραση του κοινού, ίσως και τη διαμαρτυρία ή εξέγερση. Γι’ αυτό επιδιώκουν οι νατουραλιστές την πιστή, σχεδόν φωτογραφική απόδοση της πραγματικότητας μέσα από πληθώρα λεπτομερειών και εξονυχιστική παρατήρηση.
β. Η Ηθογραφία είναι τάση της νεοελληνικής πεζογραφίας που ξεκινά λίγο μετά το 1880 και συνεχίζεται ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα Όλα τα ηθογραφικά κείμενα απεικονίζουν την απλοϊκή ζωή των ανθρώπων της υπαίθρου και του ελληνικού χωριού, με τις τοπικές παραδόσεις, τα ήθη και έθιμα, καθώς και τις συνήθειες, το χαρακτήρα και τη νοοτροπία του απλού ελληνικού λαού. Οι ήρωες της ηθογραφικής πεζογραφίας είναι σχεδόν πάντα οι απλοί άνθρωποι της υπαίθρου.
       Ο πραγματικός εισηγητής του ηθογραφικού διηγήματος στη νεοελληνική λογοτεχνία είναι ο Βιζυηνός. Το είδος ωστόσο της ηθογραφίας του δεν είναι η «ειδυλλιακή» αλλά η «νατουραλιστική» ηθογραφία, αφού απεικονίζει και επικρίνει έμμεσα το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο της κοινωνίας του, τις αφελείς και επικίνδυνες λαϊκές δοξασίες και δεισιδαιμονίες, την κοινωνική «πρακτική» της υποκρισίας και εκμετάλλευσης κ.λπ.
       Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν:
- οι αντιλήψεις του λαού για την προέλευση των ασθενειών και την αντιμετώπισή τους με υπερβατικά μέσα
- η διαδικασία της υιοθεσίας παιδιών
- το μοιρολόγι του «Γύφτου»
- η τελετή επίκλησης της ψυχής του νεκρού πατέρα.

γλωσσα
       Χαλαρή, ανοιχτή καθαρεύουσα, συχνά εκλαϊκευμένη.
       Γλωσσικές ποικιλίες του αφηγηματικού λόγου:
α. Ως πεπαιδευμένος αφηγητής της ώριμης ηλικίας à λέξεις και τύποι αρχαιοπρεπείς, με παραχωρήσεις προς τύπους της λαϊκής / δημοτικής γλώσσας.
β. Ως αφηγητής - παιδί à γλώσσα λαϊκή, συναισθηματικά φορτισμένη, με τύπους ιδιωματικούς.
γ. Στους διαλόγους à λαϊκή γλώσσα, με ιδιωτισμούς και ιδιωματικούς (θρακικό ιδίωμα) τύπους γλωσσικούς και συντακτικούς.
       Συχνά καλλωπίζει λέξεις της δημοτικής προς το λογιότερο (π.χ. ακούμβησα).
       Γλωσσική πολυμορφία (π.χ. κόραι, κοράσια, κορίτσι).