Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ



ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ

Enlarge this document in a new window
Online Publishing from YUDU
Εισαγωγικά

Στη λογοτεχνία, με τον όρο αισθητική ανάλυση αποκαλούμε τη μελέτη του ύφους και της μορφής ενός κειμένου, δηλαδή την επισήμανση όλων των εκφραστικών τρόπων και μέσων που χρησιμοποιεί ο λογοτέχνης για να μεταδώσει τις ιδέες και τα συναισθήματα του.
Λογοτεχνικό ύφος ονομάζουμε τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο ένας λογοτέχνης «ντύνει» τις σκέψεις του, τους ιδιαίτερους εκφραστικούς τρόπους και τα εκφραστικά μέσα που υιοθετεί (σχήματα λόγου, λεξιλόγιο, αφηγηματικές τεχνικές), τη γλώσσα, τις γραμματικο-συντακτικές επιλογές, το μέτρο, τη στιχουργική, το λογοτεχνικό ρεύμα που ακολουθεί. Το ύφος μπορεί να χαρακτηριστεί ως λιτό, επιτηδευμένο, πομπώδες, φυσικό, ανιαρό, παραστατικό κτλ.
Η τεχνική του συγγραφέα σχετίζεται με τις επιλογές του ως προς τους αφηγηματικούς τρόπους, την οπτική γωνία της αφήγησης, το ύφος (γλώσσα, λεξιλόγιο, σχήματα λόγου κτλ.), το θέμα, τα πρόσωπα, τη δομή, την κλιμάκωση της δράσης, το χώρο, το χρόνο κτλ.
Τα σχήματα λόγου εντάσσονται στη διερεύνηση των εκφραστικών τρόπων και μέσων του συγγραφέα και ονομάζονται οι «ιδιορρυθμίες» του λόγου που επιλέγει ο λογοτέχνης για να κάνει πιο ζωντανό και παραστατικό το λόγο του, για να κερδίσει περισσότερο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Τα σχήματα λόγου καλλιεργήθηκαν στην αρχαιότητα από τους σοφιστές (περίφημα ήταν τα «γοργίεια σχήματα») και χρησιμοποιήθηκαν τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία. Οι αρχαίοι ρήτορες έκαναν διάκριση ανάμεσα στα «σχήματα λέξεως» και τα «σχήματα διανοίας».
Στα «σχήματα λέξεως» ή λεκτικά σχήματα περιλαμβάνονται σχήματα λόγου σχετικά με τη θέση των λέξεων και σχετικά με τη γραμματική συμφωνία των λέξεων.
Στα «σχήματα διανοίας» ή νοηματικά σχήματα περιλαμβάνονται σχήματα λόγου σχετικά με την πληρότητα του λόγου και σχετικά με τη σημασία λέξεων ή φράσεων.

Σχετικά με τη θέση των λέξεων

1. Υπερβατό: όταν μια λέξη ή φράση παρεμβάλλεται ανάμεσα σε δύο όρους που έχουν μεταξύ τους στενή λογική και συντακτική σχέση.
-Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.
-Πίνω το ωριοστάλαχτο της πλάκας το φαρμάκι.
2. Πρωθύστερο: μια λέξη ή έννοια μπαίνει δεύτερη, ενώ λογικά και χρονικά προηγείται.
-Εγδύθη ο νιος και άλλαξε κι έβγαλε το ζουνάρι.
-Μάη μου, Μάη δροσερέ, κι Απρίλη λουλουδάτε.
3. Αναστροφή: όταν ανατρέπεται η φυσική σειρά των λέξεων ή των προτάσεων σκόπιμα για να αποκτήσει ο λόγος μεγαλύτερη ζωντάνια και εκφραστικότητα.
-Και των μαλλιών / της τ' ωραίο πλήθος / πάνω στο στήθος λάμπει ξανθό.
4. Χιαστό: όταν παρατίθενται δύο ζεύγη εννοιών και η τρίτη έννοια αντιστοιχεί στη δεύτερη και η τέταρτη στην πρώτη (σε σχήμα Χ).
-Αφήνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.
(αφήνει) η μάνα      το παιδί
το παιδί       τη μάνα
-Το Σούλι κι αν προσκύνησε, κι αν Τούρκεψεν η Κιάφα.
5. Κύκλος: όταν μια πρόταση ή μια περίοδος αρχίζει και τελειώνει με την ίδια λέξη.
-Σταθήτε αντρειά σαν Έλληνες και σαν Γραικοί σταθήτε.
-Μοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή.
6. Παρήχηση: όταν ένας συγκεκριμένος φθόγγος (προπαντός σύμφωνο) επαναλαμβάνεται σε μια φράση.
-Ο σιγαλός αιγιαλός εγέλα γάλα όλος àεπανάληψη του γ και του λ.
-Ανάκουστος κελαϊδισμός και λιποθυμισμένος àεπανάληψη του σ.
7. Παρονομασία ή ετυμολογικό σχήμα: όταν λέξεις ομόηχες, πολλές φορές συγγενείς ετυμολογικά, μπαίνουν η μια κοντά στην άλλη.
-Σκλάβος ραγιάδων έπεσες και ζεις ραγιάς ραγιάδων.
-Να 'μουν κλέφτης να τα κλέψω / κουρσευτής να τα κουρσέψω.
8. Ομοιοτέλευτο ή ομοιοκατάληκτο: όταν στο τέλος συνεχόμενων προτάσεων ή περιόδων υπάρχουν λέξεις με την ίδια κατάληξη.
-Τον πύργο πύργο πάει και γυροβολάει.
9. Ασύνδετο: όταν όροι πρότασης ή προτάσεις μπαίνουν η μία μετά την άλλη χωρίς σύνδεσμο.
-Δυσκολοχώριστα, πουλιά, αγόρια, ανθοί, κοράσια, / τα λόγια στα φιλιά απαλά, τα στόματα κεράσια.
10. Πολυσύνδετο: όταν αλλεπάλληλες λέξεις ή προτάσεις συνδέονται με το και ή το δε.
-Κι η προσευχή κι ο πειρασμός κι η δύναμη κι η αστένια.


Σχετικά με τη γραμματική συμφωνία των λέξεων

1. Κατά το νοούμενο: όταν η σύνταξη ακολουθεί το νόημα και όχι το γραμματικό τύπο της λέξης.
-Ο κόσμος χτίζουν εκκλησιές, χτίζουν και μοναστήρια.
2. Σύμφυρση: όταν δύο συντάξεις αναμειγνύονται, γιατί στο μυαλό του συγγραφέα έρχονται ταυτόχρονα δύο διαφορετικές εκφράσεις, αλλά με το ίδιο νόημα.
-Ο Γιώργος και ο Πέτρος παίζουν (αντί: ο Γιώργος παίζει με τον Πέτρο),
-Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε.
3. Ανακόλουθο: όταν υπάρχει συντακτική ασυμφωνία όρων που προηγούνται με όρους που ακολουθούν.
-Εγώ δε με μέλει ( αντί: εμένα δε με μέλει).
-Να μου το πάρεις, ύπνε μου, τρεις βίγλες θα του βάλω, / τρεις βίγλες, τρεις βιγλάτορες, κι οι τρεις αντρειωμένοι (αντί: και τους τρεις αντρειωμένους).
4. Καθολικό και μερικό (καθ' όλον και μέρος): όταν ένας όρος μιας πρότασης, ο οποίος φανερώνει διαιρεμένο σύνολο, αντί να τεθεί σε γενική διαιρετική ή ως εμπρόθετος προσδιορισμός με: από + αιτιατική, εκφέρεται ομοιόπτωτα προς τον όρο που φανερώνει μέρος του συνόλου.
-Τρία κομμάτια σύννεφα στον Όλυμπο, στη ράχη (αντί στον Όλυμπο, πρέπει να τεθεί στου Όλυμπου ).
-Οι μαύροι μου όσοι το άκουσαν, όλοι βουβοί απομείναν ( αντί οι μαύροι, πρέπει να τεθεί από τους μαύρους).
5. Έλξη: όταν ένας όρος μιας πρότασης «έλκεται» (επηρεάζεται) από όρο άλλης πρότασης και δε συμφωνεί με την πρόταση στην οποία ανήκει.
-Ήθελα να 'μουν τσέλιγκας, να 'μουν και παλικάρι (αντί: να είμαι. Έλκεται από το ρ. ήθελα και μπαίνει κι αυτό στην οριστική παρατατικού).
6. Υπαλλαγή: όταν ο επιθετικός προσδιορισμός μιας γενικής κτητικής πηγαίνει ως επιθετικός προσδιορισμός στο όνομα που προσδιορίζει η γενική.
-Τ' αντρειωμένα κόκαλα ξεθάψτε του γονιού σας (αντί:  ξεθάφτε τα κόκαλα τα' αντρειωμένου γονιού σας).
7 Πρόληψη: όταν το υποκείμενο της δευτερεύουσας πρότασης μπαίνει προληπτικά ως αντικείμενο της κύριας, ενώ κανονικά αντικείμενο έπρεπε να είναι η δευτερεύουσα πρόταση.
-Ποιος είδε τον αμάραντο σε τι γκρεμό φυτρώνει (αντί: Ποιος είδε σε τι γκρεμό φυτρώνει ο αμάραντος).
-Σας γνωρίζω ποιοι είστε (αντί: Γνωρίζω ποιοι είστε εσείς).

Σχετικά με την πληρότητα του λόγου

Α. Έλλειψη ή βραχυλογία: όταν μερικές φορές, χάρη συντομίας, παραλείπονται μια ή περισσότερες λέξεις από μια φράση, που μπορούν να εννοηθούν από τα συμφραζόμενα.
-Κι αν είν' η αγάπη μάγισσα / μάνα η λατρεία κοντά της. / Ο φόβος και το θάμασμα / τα δίδυμα παιδιά της.
-Τι νέα;
Το σχήμα της έλλειψης ή βραχυλογίας παρουσιάζεται και με τις μορφές:
1. Σχήμα από κοινού: όταν μια λέξη ή πρόταση που παραλείπεται εννοείται από τα προηγούμενα όπως ακριβώς συναντάται εκεί, χωρίς να μεταβληθεί.
-Ο Παύλος είναι ψηλός, ο Γιάννης δεν είναι (ενν. ψηλός).
-Ήθελα να διαβάσω, αλλά δεν πρόλαβα (ενν. να διαβάσω).
2. Σχήμα εξ αναλόγου: όταν μια λέξη ή πρόταση που παραλείπεται εννοείται από τα προηγούμενα, αλλά κάπως αλλαγμένη (σε πτώση, αριθμό κτλ.).
-Την επόμενη μέρα δεν τηλεφώνησα, όπως είχα σκοπό (ενν. να τηλεφωνήσω).
3. Σχήμα εξ αντιθέτου: το ίδιο συμβαίνει και στο σχήμα αυτό, αλλά εδώ δε λαμβάνεται η αναλογία, αλλά η αντίθεση.
-Στο έμπα μπήκε σαν αϊτός, στο ξέβγα σαν πετρίτης (ενν. βγήκε).
4. Ζεύγμα: όταν δύο ομοειδείς προσδιορισμοί (συνήθως αντικείμενα) αποδίδονται σε ένα ρήμα, ενώ λογικά ο ένας δεν του ταιριάζει αλλά ταιριάζει σε ένα άλλο ρήμα που εννοείται.
-Ακούει ντουφέκια και βροντούν, σπαθιά λαμποκοπάνε. (Ακούει ντουφέκια -βλέπει σπαθιά.)
-Τρώνε παχιά πρόβατα και κρασί εξαίσιο. (Τρώνε πρόβατα - πίνουν κρασί.)
5. Αποσιώπηση: όταν ο ομιλητής ή ο γράφων διακόπτει την ομαλή ροή του λόγου, αποφεύγοντας να πει κάτι για διάφορους λόγους, και στη θέση των φράσεων που παραλείπονται μπαίνουν αποσιωπητικά.
-Περνά από το δάσος το υγρό που τραγουδάει ο γκιόνης / και σαν εσέ πεντάμορφη...
-Αγάπη μου, θυμώνεις,…

Β. Πλεονασμός: ένα νόημα εκφράζεται με περισσότερες λέξεις από όσες χρειάζονται.
-Να μην το ξανακάνεις πάλι.

Στο σχήμα αυτό ανήκουν και τα εξής:
1. Εκ παραλλήλου: όταν μια έννοια εκφράζεται συγχρόνως και καταφατικά και αρνητικά.
-Είναι καλός, όχι παλιάνθρωπος.
2. Περίφραση: όταν μια έννοια εκφράζεται με δύο ή περισσότερες λέξεις αντί μιας.
-Το άστρο της ημέρας (αντί: ο ήλιος).
-Κάνω χαρά ( αντί: χαίρομαι).
3. Ένα με δύο (εν δια δυοίν): όταν μια έννοια εκφράζεται με δύο λέξεις που συνδέονται με το «και», ενώ σύμφωνα με το νόημα η β' έπρεπε να προσδιορίζει την πρώτη.
-Γυναίκες, πού είν' οι άντροι σας κι οι καπεταναραίοι;
-Αστροπελέκι και φωτιά να πέσει στις αυλές σου.
4. Επανάληψη: όταν η ίδια λέξη ή έκφραση επαναλαμβάνεται αυτούσια ή ελαφρά αλλαγμένη, για να δώσει στο λόγο δύναμη και χάρη και έμφαση στο συναίσθημα.
-Του τα 'πα σταράτα, μα πολύ σταράτα, πίστεψε με.
-Εκεί καίγονται κόκαλα, κόκαλα ανδρειωμένων.
5. Αναδίπλωση: όταν η τελευταία λέξη ή φράση μιας πρότασης επαναλαμβάνεται στην αρχή της επόμενης.
-Αν πέσουνε στον ποταμό, ο ποταμός θα στύψει,
-ήμουν έξω, ήμουν έξω από το χρόνο.
6. Επαναφορά: όταν δύο ή περισσότερες προτάσεις αρχίζουν με την ίδια λέξη.
-Ακούω κούφια τα τουφέκια, / ακούω σμίξιμο σπαθιών, / ακούω ξύλα,  ακούω πελέκια, / ακούω τρίξιμο δοντιών.
-Πάψε κόρη τον αργαλειό, πάψε και το τραγούδι.
7. Υποφορά και ανθυποφορά: όταν η ερώτηση (υποφορά) ακολουθείται από απάντηση (ανθυποφορά). Το σχήμα παρουσιάζεται με τις εξής μορφές:
α) Προηγείται ερώτηση, ακολουθεί πιθανή εξήγηση με τη μορφή ερώτησης, και έπειτα αναιρείται η πιθανή εξήγηση και δηλώνεται το τι πραγματικά συμβαίνει.
Τι έχουν της Μάνης τα βουνά και στέκουν βουρκωμένα;
Μην ο βοριάς τα βάρεσε, μην η νοτιά τα πήρε;
-Μήδ' ο βοριάς τα βάρεσε, μηδ' η νοτιά τα πήρε.
Παλεύει ο Καπετάν πασάς με τον Κολοκοτρώνη.
β) Η απάντηση ακολουθεί αμέσως την ερώτηση.
Κυράδες, τι λογιάζετε, κυράδες, τι τηράτε;
-Εμείς είμαστε κλέφτισες, γυναίκες των Λαζαίων.
8. Άρση και θέση: όταν πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι ή τι δε συμβαίνει και αμέσως μετά τι είναι ή τι συμβαίνει.
-Εγώ δεν είμαι Τούρκος ουδέ Κόνιαρος, / είμαι καλογεράκι απ' ασκηταριό.
9. Αναφώνηση: είναι μια λέξη ή φράση επιφωνηματική, που φανερώνει τη συναισθηματική κατάσταση αυτού που μιλάει ή γράφει.
-Συμφορά! σε θυμούμαι εκαθόσουν στο πλευρό μου με πρόσωπο αχνό.
-Μάνα μου, σκιάζομαι πολύ!

Σχετικά με τη σημασία λέξεων ή φράσεων

1. Μεταφορά: όταν μεταφέρεται μια λέξη από την κύρια σημασία της σε άλλη σημασία από μια ιδιότητα που βρίσκει όμοια αυτός που μιλάει ή γράφει κάνοντας μια νοηματική σύγκριση ανάμεσα σε δύο πρόσωπα ή πράγματα (αφηρημένες έννοιες, πράξεις κτλ.)
-το βάρος των ετών
-ο χειμώνας της ζωής
-τα γελαστά λιβάδια
-τα πρόσχαρα ακρογιάλια.
2. Κατεξοχήν: όταν η σημασία μιας λέξης «στενεύει», περιορίζεται και εκφράζει κάτι συγκεκριμένο.
-η Πόλη (ενν. μόνο η Κωνσταντινούπολη)
-ο ποιητής (ενν. μόνο ο Όμηρος)
-ο κυβερνήτης ( ενν. μόνο ο Καποδίστριας)
3. Συνεκδοχή: όταν μια λέξη δε σημαίνει κυριολεκτικά εκείνο που κατά πρώτο λόγο φαίνεται, αλλά κάτι άλλο σχετικό. Οι κυριότερες περιπτώσεις της συνεκδοχής είναι:
α) το μέρος αντί για το όλο:
-Κάθε βρύση και φλάμπουρο, κάθε κλαδί και κλέφτης (αντί: κάθε δέντρο).
β) το ένα αντί για τα πολλά:
-Τούρκος το τριγυρίζει χρόνους δώδεκα (αντί: Τούρκοι).
γ) η ύλη αντί για εκείνο που έχει κατασκευαστεί από την ύλη:
-Να τρώει η σκουριά το σίδερο κι η γης τον ανδρειωμένο (αντί: τα σιδερένια όπλα)
δ) το όργανο αντί για την ενέργεια που παράγεται από αυτό:
-Πάρε το μάτι του αϊτού και τα' αλαφιού το πόδι (αντί: την εξυπνάδα και την ταχύτητα)
ε) Το εικονιζόμενο πρόσωπο αντί για την εικόνα του:
-Φλωριά ρίχνουν στην Παναγιά, φλωριά ρίχνουν στους άγιους (αντί: στην εικόνα της Παναγιάς και στις εικόνες των αγίων).
4. Μετωνυμία: όταν το όνομα του δημιουργού χρησιμοποιείται αντί για το δημιούργημα, αυτό που περιέχει κάτι αντί για το περιεχόμενο κτλ. Στη μετωνυμία χρησιμοποιείται:
α) η αιτία αντί για το αποτέλεσμα και κατ' ακολουθία ο δημιουργός αντί για το δημιούργημα, ο συγγραφέας αντί για το έργο, ο εφευρέτης αντί για την εφεύρεση κτλ.
-ο Ήφαιστος (αντί: η φωτιά)
-ο Όμηρος (αντί: η Ιλιάδα και Οδύσσεια)
-ο Μαρκόνι (αντί: ο ασύρματος τηλέγραφος)
β) το αποτέλεσμα αντί για την αιτία:
-Η αδικία τιμωρείται ( αντί: ο άδικος).
γ) το περιεχόμενο αντί γι' αυτό που περιέχει κάτι και αντίστροφα:
-Οι Κορίνθιοι καταστράφηκαν από το σεισμό (αντί: η Κόρινθος).
-Η Αθήνα γλεντάει (αντί: οι Αθηναίοι).
δ) το αφηρημένο αντί για το συγκεκριμένο και αντίστροφα:
-το δίκαιο (αντί: οι δικαστές).
-Οι καλλιτέχνες προάγουν τη ζωή (αντί: η καλλιτεχνία).
5. Λιτότητα: όταν μια λέξη εκφράζεται από την αντίθετη της συνοδευόμενη από άρνηση.
-Σήμερα ξόδεψα όχι λίγα (αντί: πάρα πολλά).
-Όχι αδύνατος (αντί: παχύς),
6. Ειρωνεία: όταν αστειεύεται ή χλευάζει κάποιος χρησιμοποιώντας σκόπιμα λέξεις η φράσεις που έχουν διαφορετική σημασία απ' ό,τι έχει στο νου του.
-Τι ωραία συμπεριφορά! (αντί: άσχημη συμπεριφορά).
7. Ευφημισμός: όταν μια λέξη ή φράση με καλή σημασία χρησιμοποιείται για την ονομασία κακού ή δυσάρεστου πράγματος.
-γλυκάδι ( αντί: ξίδι)
-Εύξεινος ( =φιλόξενος) Πόντος [αντί Άξενος (=αφιλόξενος) Πόντος].
8. Υπερβολή: όταν μια κατάσταση μεγαλοποιείται για να προκαλέσει μεγαλύτερη εντύπωση.
-Στο έμπα χίλιους έκοψε, στο έβγα δυο χιλιάδες.
-Ο βοριάς ξύριζε και σπανούς.
9. Αλληγορία: είναι μια μεταφορική φράση που κρύβει διαφορετικό νόημα από αυτό που δηλώνουν οι λέξεις της. Διαφέρει από τη μεταφορά γιατί δεν περιορίζεται σε μια λέξη, αλλά αποτελεί συνεχές όλο.
-Τ' άσπρισε τα γένια του ο Αϊ-Νικόλας (αντί: χιόνισε του Αγίου Νικολάου).
10. Αντονομασία: όταν αντί για τα προσηγορικά ονόματα βάζουμε κύρια και αντί για τα κύρια προσηγορικά ή αντί για κύρια και προσηγορικά άλλες σχετικές λέξεις.
α) Κύρια, αντί για προσηγορικά:
-Μαικήνας (αντί: προστάτης των γραμμάτων)
-Κροίσος (αντί: παρά πολύ πλούσιος)
-Ούννοι (αντί: επιδρομείς)
β) Προσηγορικά, αντί για κύρια:
-Ο πορθητής (αντί: Μωάμεθ)
-Ο εθνικός ποιητής (αντί: Σολωμός)
-Ο γέρος του Μωριά (αντί: Κολοκοτρώνης)
11. Παρομοίωση: όταν συγκρίνουμε δύο πρόσωπα ή πράγματα ή φαινόμενα που έχουν ομοιότητα μεταξύ τους, προκειμένου να τονιστεί η ιδιότητα του ενός. Η παρομοίωση αρχίζει με τις λέξεις σαν, καθώς, όπως και με το σαν να, όταν έχουμε υποθετική παρομοίωση.
-Μια θάλασσα μέσα μου σα λίμνη γλυκόστρωτη / και σαν ωκεανός ανοιχτή και μεγάλη.
12. Έμφαση: όταν τοποθετούμε ορισμένες λέξεις, στις οποίες πέφτει το μεγαλύτερο βάρος του λόγου, σε τέτοια θέση, ώστε η προσοχή του αναγνώστη να εστιάζεται σ' αυτές.
-Ω, κακό που με βρήκε μεγάλο! / Το παιδί μου, γιατρέ, το παιδί μου!
13. Αντίθεση:  όταν παρατίθενται και συσχετίζονται δύο έννοιες που έχουν ολότελα διαφορετική σημασία.
-Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ' όνειρο κι έχει λοστρόμο αθώο, ναύτη πονηρά
14. Οξύμωρο: όταν συνεκφέρονται δύο έννοιες αντιφατικές, οι οποίες στην πραγματικότητα είναι ασυμβίβαστες και ασυνδύαστες, ώστε η μία ν' αποκλείει την άλλη.
-Σπεύδε βραδέως.
-Δώρον άδωρον.
15. Κλιμακωτό: η κλιμάκωση της έντασης σε μια σειρά ενεργειών.
-Ακούω κούφια τα τουφέκια / ακούω σμίξιμο σπαθιών / ακούω ξύλα, ακούω πελέκια / ακούω τρίξιμο δοντιών.
16. Προσωποποίηση: όταν αποδίδονται ανθρώπινες ιδιότητες σε ζώα, σε αντικείμενα ή αφηρημένες έννοιες.
-Ο Όλυμπος και ο Κίσαβος, τα δυο βουνά μαλώνουν.

Τα συνηθέστερα σχήματα λόγου

Από τα παραπάνω σχήματα λόγου, τα ακόλουθα εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα και έχουν ιδιαίτερη λειτουργία σε ένα αφηγηματικό κείμενο:

Κύκλος / Κυκλικό σχήμα
Κατά το σχήμα του κύκλου μια φράση αρχίζει και τελειώνει με την ίδια λέξη, είναι δυνατό όμως και ένα ολόκληρο αφήγημα να αρχίζει και να τελειώνει με την ίδια φράση. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για κυκλική δομή του αφηγήματος.

Αποσιώπηση
Κατά την αποσιώπηση παραλείπουμε μια λέξη ή συνήθως μια ολόκληρη φράση από φόβο, οργή, αγανάκτηση, ντροπή κτλ. Η αποσιώπηση συχνά φανερώνει ζωηρή συγκίνηση και αποβλέπει στον προβληματισμό του αναγνώστη ή στη δημιουργία εντυπώσεων.

Επανάληψη
Σε ένα κείμενο μπορούμε να εντοπίσουμε λέξεις ή φράσεις που επανέρχονται αυτούσιες ή ελαφρά παραλλαγμένες, για να δώσουν έμφαση σε μια έννοια ή κατάσταση.

Μεταφορά
Στη λογοτεχνία, μια λέξη μπορεί να χρησιμοποιείται κυριολεκτικά ή μεταφορικά, δηλαδή η σημασία της διευρύνεται και μεταφέρεται σε μια άλλη έννοια. Η μεταφορά μοιάζει με την παρομοίωση, απουσιάζει όμως το «σαν» ή το «όπως». Η μεταφορική χρήση των λέξεων προσδίδει πλούτο, βάθος και δύναμη στο λόγο, ζωντάνια και εκφραστικότητα.

Παρομοίωση
Είναι ο παραλληλισμός ή η σύγκριση δύο προσώπων, πραγμάτων ή αφηρημένων εννοιών, που γίνεται για να φωτιστεί η σημασία του πρώτου συγκρινόμενου στοιχείου μέσω της αντιπαραβολής του με κάτι πιο συγκεκριμένο και σαφές. Συχνά ο σκοπός της παρομοίωσης είναι συνθετότερος: χρησιμοποιείται για να προβληθούν οι βαθύτερες σχέσεις μεταξύ των πραγμάτων ή για να αποκαλυφθεί μια νέα διάσταση ανάμεσα σε δύο συγκρινόμενες καταστάσεις. Η παρομοίωση μοιάζει με τη μεταφορά, αλλά, κατά τον Αριστοτέλη, είναι αισθητικά αμεσότερη και ελκυστικότερη και έχει μεγαλύτερη πυκνότητα.

Προσωποποίηση
Η προσωποποίηση χαρίζει ζωντάνια και κίνηση σε άψυχα αντικείμενα ή αφηρημένες έννοιες και κάνει το λόγο ζωντανό, παραστατικό και πρωτότυπο.

Υπερβολή
Με την υπερβολή μεγεθύνεται μια κατάσταση ή μεγαλοποιείται ένα συναίσθημα. Στόχος της υπερβολής είναι να προβληθεί εντονότερα μια κατάσταση, να αποκτήσει έμφαση και ζωντάνια το κείμενο και να δημιουργηθούν ισχυρές εντυπώσεις.

Αντίθεση
Με την αντίθεση συσχετίζονται ή συνδυάζονται δύο έννοιες, πράγματα ή καταστάσεις ανόμοιες, με στόχο την έκφραση ζωηρών συναισθημάτων. Η αντίθεση είναι ένα αριστοτεχνικό μέσο για την αντιπαραβολή δύο λέξεων ή φαινομένων, τα οποία μέσα από την αντιδιαστολή τους φωτίζουν τις αντίπαλες δυνάμεις που συχνά συνυφαίνονται και εναρμονίζονται στην ανθρώπινη ζωή. Επίσης, με την αντίθεση ο συγγραφέας κάνει αισθητές τις ακραίες και δραματικές καταστάσεις που διέπουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Η αντίθεση μπορεί να εκφράζεται είτε με δύο λέξεις ή δύο φράσεις είτε και με δύο μεγάλα τμήματα του λόγου (προτάσεις, περιόδους παραγράφους).

Ειρωνεία
Η ειρωνεία ως σχήμα λόγου είναι η συνειδητή χρήση μιας διφορούμενης γλώσσας από τον ομιλητή, όταν δηλαδή ο αφηγητής εννοεί κάτι διαφορετικό από αυτό που εκφράζουν οι λέξεις. Η έννοια της ειρωνείας χρησιμοποιείται συχνά με κάποια σημασιολογική κλιμάκωση: χαριεντισμός, αστεϊσμός, ειρωνεία, σαρκασμός, χλευασμός. Με τον όρο «ειρωνεία» μπορεί να εννοείται και η τραγική ειρωνεία, όταν ο ήρωας αγνοεί μια πραγματικότητα ή μια αλήθεια που γνωρίζουν οι αναγνώστες.
Στην πεζογραφία συναντάμε και την «ειρωνεία της τύχης», όταν η αιφνίδια μεταβολή μιας κατάστασης ανατρέπει την πορεία ενός ανθρώπου. Η ειρωνεία προσδίδει συχνά μια κωμική νότα στο λόγο, συνήθως όμως αποκαλύπτει την απογοήτευση και την αγανάκτηση ενός ανθρώπου για μια συγκεκριμένη πραγματικότητα.

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

Εισαγωγικά

Καταρχάς, με τους όρους λογοτεχνικό γένος και λογοτεχνικό είδος αναφερόμαστε στην ταξινόμηση των λογοτεχνικών έργων σε κατηγορίες, ανάλογα με τη μορφή και το περιεχόμενο τους. Έτσι, η αρχαία ελληνική ποίηση υποδιαιρείται, π.χ., σε επική, λυρική και δραματική, η σύγχρονη πεζογραφία σε διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα κτλ. Οι όροι «γένος / είδος» κατά μερικούς μελετητές ταυτίζονται, ενώ κατά άλλους ο πρώτος δηλώνει την ευρύτερη, γενική κατηγορία και ο δεύτερος την επιμέρους υποδιαίρεση. Πρέπει όμως να γίνει σαφές ότι είναι πολύ δύσκολη η ολοκληρωμένη τυποποίηση και η συγχρονική ή διαχρονική ταξινόμηση των λογοτεχνικών έργων.

Λογοτεχνική γενιά / περίοδος / κίνημα / ρεύμα / σχολή
Η λογοτεχνική γενιά είναι μια ομάδα συγγραφέων που έχουν περίπου την ίδια ηλικία και παρουσιάζουν κοινά θεματικά και μορφικά χαρακτηριστικά, κοινές αντιλήψεις και οράματα, χωρίς αυτό να αποκλείει την ιδιαιτερότητα του καθενός. Ο όρος αυτός αμφισβητείται από πολλούς μελετητές, επειδή κατακερματίζει το χρόνο σε δεκαετίες, με όρια που είναι συχνά ασαφή και συγκεχυμένα. Είναι πιθανό λ.χ. ένας ποιητής της Γενιάς του '30 (όπως ο Ελύτης), που εμφανίστηκε στα γράμματα περίπου κατά τη δεκαετία 1930-1940, να παράγει έργο σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά να μην εντάσσεται στις μεταπολεμικές γενιές ποιητών. Ή κάποιος άλλος λογοτέχνης να ανήκει χρονολογικά σε μια γενιά, το έργο του όμως θεματικά να τον εντάσσει σε άλλη (π.χ. ο Καζαντζάκης εμφανίστηκε στα γράμματα μετά τον πόλεμο, η γραφή και ο προβληματισμός του όμως τον εντάσσουν σε προηγούμενη γενιά).
Γενικά, ο διαχωρισμός σε γενιές έχει περισσότερο πρακτική σκοπιμότητα και διευκολύνει το μελετητή της λογοτεχνίας, όπως επίσης χρήσιμη είναι και η διάκριση σε λογοτεχνικές περιόδους, κινήματα και σχολές.
Περίοδος ονομάζεται το χρονικό διάστημα στο οποίο εντάσσεται μια λογοτεχνική παραγωγή, που καθορίζεται με κριτήρια εξωλογοτεχνικά, συνήθως ιστορικά ή πολιτικά, π.χ. η περίοδος μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Κίνημα ονομάζεται το «προϊόν» μιας επαναστατικής ομάδας λογοτεχνών, οι οποίοι εγκαινιάζουν μια νέα περίοδο, π.χ. το κίνημα του υπερρεαλισμού. Χρησιμοποιούμε τον όρο λογοτεχνικό ρεύμα στην περίπτωση που η νέα τάση των λογοτεχνών δε φέρνει την επανάσταση στα λογοτεχνικά πράγματα, έχει όμως έντονο το στοιχείο της εκφραστικής και θεματικής ανανέωσης, όπως είναι ο ρεαλισμός, ο νατουραλισμός κτλ. Συνήθως κάθε νέο λογοτεχνικό ρεύμα που δημιουργείται αντιτίθεται στο παλαιό, π.χ. ο παρνασσισμός γεννήθηκε ως αντίδραση στο ρομαντισμό. Είναι επίσης δυνατό τα ίδια λογοτεχνικά ρεύματα να μη συμπίπτουν χρονικά στις διάφορες χώρες, π.χ. ένα ρεύμα να ανθεί σε μια χώρα όταν έχει ήδη παρακμάσει σε μια άλλη. Τέλος, σχολή είναι μια ομάδα λογοτεχνών με κοινές αναζητήσεις και όμοιους εκφραστικούς τρόπους, οι οποίοι έχουν επικεφαλής τους μια εξέχουσα λογοτεχνική προσωπικότητα, που ανοίγει το δρόμο για τους άλλους, π.χ. η Επτανησιακή Σχολή με επικεφαλής το Δ. Σολωμό κτλ.

1 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Όλα αυτά ήταν πολύ χρήσιμα

Δημοσίευση σχολίου