Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΙΤΣΑΝΗ Δ. Σολωμού "Ο Κρητικός"


ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΠΙΤΣΑΝΗ[1]
«Ο Κρητικός» του Διονυσίου Σολωμού: Ερμηνευτική Προσέγγιση και Διδακτικές Προτάσεις2

Ι. ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ι. 1. ΕΙΔΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ3

Με τη διδασκαλία του Κρητικού επιδιώκεται:
       Να γνωρίσουν οι μαθητές βαθύτερα το έργο του Σολωμού μέσα από ένα αντιπροσωπευτικό έργο της ωριμότητάς του.
       Να το εντάξουν στο συνολικό έργο του Σολωμού και στην παραγωγή της Επτανησιακής Σχολής.
       Να συζητήσουν το θέμα της «αποσπασματικότητας» του σολωμικού έργου γενικότερα και ειδικότερα του συγκεκριμένου έργου.
       Να αντιληφθούν το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσονται τα συμβάντα της ποιητικής αφήγησης.
       Να κατανοήσουν σε ρεαλιστικό, ιστορικό, φιλοσοφικό και μεταφυσικό επίπεδο ερμηνείας τον τραγικό αγώνα ενός ανθρώπου να πετύχει το στόχο του μέσα από δοκιμασίες.

1.2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΕΞΩΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ι.2.1. Τετράδιο Ζακύνθου, αρ. 11

Η γραφή του Κρητικού ξεκίνησε το 1833 και σταμάτησε το 1834. Επομένως το έργο σφραγίζει την πρώτη πενταετία της κερκυραϊκής περιόδου, μιας ήρεμης περιόδου· «είναι γλυκό μέσα στην ησυχία του μικρού σου δωματίου να φανερώνεις ό,τι μέσα λέει η καρδιά», γράφει ο ίδιος ο ποιητής4, και ανοίγει τη δεύτερη πενταετία της μεγάλης κρίσης, η οποία με το γεγονός της περίφημης δίκης κατά του ετεροθαλούς αδελφού του, Ιωάννη Λεονταράκη, δημιούργησε πολλαπλά ψυχικά τραύματα και άφησε για πολλά χρόνια το Σολωμό σχεδόν σε ποιητική αφωνία5.
Ο Κρητικός μαζί με τους Ελεύθερους Πολιορκημένους και τον Πόρφυρα αποτελούν τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα της ώριμης περιόδου. Με τον Κρητικό θα μπει σε μια περίοδο υψηλών εμπνεύσεων και πραγματοποιήσεων. Σύμφωνα με την άποψη του Λ. Πολίτη, το ποίημα είναι σαν μια εξομολόγηση του ποιητικού ανθρώπου και μας δίνει μια καινούρια αίσθηση του λυρικού παρόμοια με εκείνη που αποκάλυπταν ταυτόχρονα άλλοι ευρωπαίοι ποιητές. Παράλληλα, το ποίημα αποτελεί μια διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας, προς μια βαθύτερη συνείδηση του νεοελληνικού λυρικού λόγου6.
Το χειρόγραφο που μας έχει σώσει το έργο είναι ένα Τετράδιο της Τεκτονικής Στοάς Ζακύνθου (σήμερα στο Μουσείο Σολωμού και επιφανών Ζακυνθίων) αρ. 11. Είναι ένα τετράδιο μεγάλου σχήματος (31X20,5 εκ.), με 50 φύλλα, 27 από τα οποία καταλαμβάνει ο Κρητικός. Είναι σημαντικό ότι ολόκληρη η σύνθεση βρίσκεται σε ένα τετράδιο, σε αντίθεση πχ. με τους Ελεύθερους Πολιορκημένους και τον Πορφυρά, που έχουν σωθεί σε μεμονωμένα φύλλα. Μάλιστα «έχουμε μια συγκινητική εμπειρία· είναι σαν να μπαίνουμε στο εργαστήρι του ποιητή και να τον παρακολουθούμε επάνω στη στιγμή της δημιουργίας»7. Στο χειρόγραφο περιέχονται στίχοι, σχεδιάσματα και στοχασμοί του ποιητή στα ιταλικά, πολύτιμα υλικά που δείχνουν τη συνθετική γραμμή, τη δομή του ποιήματος.
Ήδη από το 1859 ο μαθητής του Σολωμού Ιάκωβος Πολυλάς από τα ακατάστατα χειρόγραφα του ποιητή εξέδωσε τα Ευρισκόμενα8 - ο Κρητικός αποτελείται από πέντε μέρη, που φέρουν αρίθμηση από το χέρι του Σολωμού, 18, 19, 20, 21, 22, γεγονός που ώθησε τον Πολυλά να σημειώσει: «Ως είναι φανερόν από την αρχή τούτου του Αποσπάσματος, αυτό ήταν συνέχεια Ποιήματος, του οποίου ο μακαρίτης είχε συνθέσει, ή τουλάχιστον σχεδιάσει, τα 17 πρώτα κεφάλαια. Από αυτά δεν ευρίσκεται ίχνος εις τα σωζόμενα κεφάλαια»9.

Ι.2.2. Το πρόβλημα της «αποσπασματικότητας» του Κρητικού

Η εσωτερική δομή του Κρητικού έχει εξεταστεί αναλυτικά από δύο καταξιωμένους φιλολόγους, το Λίνο Πολίτη το 1970 και το Δ. Μαρωνίτη το 1975. Μάλιστα αυτοί είχαν το πλεονέκτημα απέναντι σε παλιότερους μελετητές - όπως ο Γ. Αποστολάκης και ο Φάνης Μιχαλόπουλος - να έχουν στη διάθεσή τους το κείμενο του Σολωμού, όχι απλώς του Πολυλά, από αυτοψία ή φωτοτυπία του αυτόγραφου χειρογράφου Ζακύνθου του Σολωμού, αρ. 11.
Οπωσδήποτε η δομή του Κρητικού παρουσιάζει εξωτερικά προβλήματα, που έχουν μείνει εκκρεμή ή αφανή, με κυριότερο το θέμα της αρίθμησης των αποσπασμάτων10.
Η άποψη του Λ. Πολίτη είναι ότι ο Κρητικός δεν είναι απόσπασμα, παρά ποίημα ολοκληρωμένο με αρχή, μέση και τέλος. Πιστεύει ότι δεν είναι αποσπάσματα (δηλαδή κομμάτια αποσπασμένα τυχαία από ένα συντελεσμένο όλο, όπως πχ. τα αποσπάσματα της Σαπφώς), αλλά «λυρικές ενότητες», «λυρικά επεισόδια αυτοτελή», τα οποία ο Σολωμός είχε πρόθεση να εντάξει σε μεγαλύτερο επικολυρικό σύνθεμα11.
Ο Δ. Μαρωνίτης προσθέτει σ’ αυτό ότι πρόκειται για λυρικό λόγο με εσωτερική συνοχή, που δεν την επηρεάζει καθόλου η απουσία ευρύτερου επικολυρικού στοιχείου, πράγμα το οποίο άφησε αδιάφορο τον ποιητή, γι’ αυτό και δεν το πραγματοποίησε12.
Εξάλλου, προσπάθεια ανακεφαλαίωσης και ταξινόμησης σε τρεις κατηγορίες των ερμηνειών που κυκλοφόρησαν για τον αποσπασματικό Σολωμό επιχείρησε ο Ε. Κριαράς· διακρίνει κοινωνικο-ιστορικές, ψυχολογικές και καλλιτεχνικές συνθήκες, ως παράλληλες εξηγήσεις του σολωμικού παράδοξου. Σ’ αυτό το σύμπλεγμα τοποθετεί τις τόσο διαφορετικές και αποκλίνουσες μεταξύ τους απόψεις του Παλαμά (συνθετική αδυναμία του ποιητή), του Βάρναλη (η δύναμη του, ηθική, πνευματική, δημιουργική ήτανε κατώτερη από τη φιλοδοξία του), αλλά και της μεταγενέστερης κριτικής11.
Τολμηρή απάντηση στο ερώτημα αυτό επιχείρησαν και ο Louis Coutelle, στη διδακτορική διατριβή του το 196914, και πολύ πιο ολοκληρωμένα και πειστικά η Ελένη Τσαντσάνογλου, η οποία προτείνει ότι ο Κρητικός θα αποτελούσε τμήμα μιας μεγάλης σύνθεσης 1000 περίπου στίχων, που θα περιλάμβανε άλλα γνωστά ποιήματα του Σολωμού, τέσσερα σατιρικά (Η Τρίχα, Δεύτερο Όνειρο, Ο Φουρκισμένος, Η μετατόπιση του αγάλματος του Μαίτλαντ) και τέσσερα λυρικά (Το όραμα του Λάμπρου [= το απόσπ. 25 του Λάμπρου], Ο Φυλακισμένος, ο Κρητικός, Η Φαρμακωμένη στον Άδη)15. Συναρτά μάλιστα την αρίθμηση των ενοτήτων του Κρητικού με την αρίθμηση των ενοτήτων της Τρίχας και της Φαρμακωμένης στον Άδη κ.ά.16


Ι.2.3. Χαρακτηριστικά του έργου του Σολωμού και της Επτανησιακής Σχολής

Ο Σολωμός, κορυφαίος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής, υπήρξε ο ποιητής του πάθους για το υψηλό, το πνευματικό, το αιώνιο, το ιδανικό. Δεν έγραψε προσωπική, εξομολογητική ποίηση ούτε εξέφρασε ποτέ σε αυτήν την προσωπική του μελαγχολία ή θλίψη. Σκοπός της ποίησής του ήταν η στήριξη των συμπατριωτών του, πολέμησε δηλαδή με το δικό του τρόπο και ο κοινωνικός του ρόλος ήταν εξίσου σημαντικός με αυτόν των πολεμιστών κατά των Τούρκων. Πίστευε ότι η Ποίηση στεκόταν δίπλα στη Θρησκεία όσον αφορά την πνευματική ανάταση του ανθρώπου. Είχε ακλόνητη πίστη σε αυτήν την αποστολή, όμως πολλές φορές βασανιζόταν από αμφιβολίες για το κατά πόσο ήταν ικανός να τη φέρει σε πέρας17.
Συχνά θεματικά μοτίβα στην ποίησή του, αλλά και στην ποίηση την άλλων ποιητών της Επτανησιακής Σχολής, είναι η λατρεία προς την Πατρίδα και την Ελευθερία, η Θρησκεία, η Γυναίκα (εξιδανικευμένος έρωτας), η Φύση και η σύνδεση της με τα συναισθήματα του ανθρώπου, η Ανδρεία, ο Πατριωτισμός, ο θάνατος, ο Πνευματικός Αγώνας της Ψυχής κ.ά.18 Παράλληλα έντονη είναι η τάση των Επτανησίων ποιητών για εξιδανίκευση, αλλά και ο υποκειμενισμός τους, η προσήλωσή τους στη δημοτική και η καλλιέργειά της ως φορέα του ποιητικού λόγου (εκτός από τον Κάλβο)19. Ο ποιητής είναι επηρεασμένος
α) από κλασικά έργα παλαιών αλλά και συγχρόνων του συγγραφέων, όπως Όμηρο, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Πίνδαρο, Βεργίλιο, Δάντη, Πετράρχη, Αριόστο, Σέξπιρ, Ρακίνα, Λοκ, Σίλερ κ.ά.
β) από την Κρητική λογοτεχνία (Ερωτόκριτος, Ερωφίλη), υστεροβυζαντινά λαϊκά κείμενα, δημοτικά τραγούδια, την ποίηση του Ι. Βηλαρά και του Αθ. Χριστόπουλου20
γ) από τα κοινωνικά και πνευματικά κινήματα της εποχής του, όπως ο διαφωτισμός, φιλελευθερισμός, ο γερμανικός ιδεαλισμός, ο δημοτικισμός, ο φιλελληνισμός, ο κλασικισμός, και ιδίως ο ρομαντισμός.

Ι.2.4. Ιστορικό - Πραγματολογικό Πλαίσιο

Πιθανότατα το πέρασμα του Όθωνα από την Κέρκυρα στα 1833, καθ’ οδόν προς την Ελλάδα, φαίνεται να υπήρξε η αφορμή για την ποιητική σύλληψη του Κρητικού. Οπωσδήποτε όμως τα πάθη της Κρήτης, οι απεγνωσμένοι αγώνες των Κρητικών και η φυγή πολλών από τις νότιες και δυτικές ακτές του νησιού μετά την κατάληψη της Μεσαράς και των Σφακιών από τους Τούρκους (1823-24) με προορισμό την Πελοπόννησο, τα Κύθηρα και Αντικύθηρα, ίσως αποτέλεσαν την αιτία της συγγραφής του ποιήματος. Ο Σολωμός βίωνε βαθύτατα τα γεγονότα αυτά με βάση μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και προσφύγων, που εύκολα έφταναν από τα Κύθηρα στα Επτάνησα.

Ι.3. ΕΣΩΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ι.3.1. Ανάλυση στίχων

Απόσπασμα 1 [18]
(στιχ. 1) Ο ήρωας του τραγουδιού, ένας Κρητικός, κολυμπάει νύχτα στη θάλασσα, προφανώς μετά το ναυάγιο του πλοίου του, για το οποίο δε γίνεται καμία αναφορά στο ποίημα, κρατώντας την αγαπημένη του, την οποία προσπαθεί να σώσει από τα κύματα21. Το έργο γεννιέται ακριβώς τη στιγμή που το φως σχίζει το σκοτάδι και η φωνή την αφωνία22· η πρώτη λέξη «εκοίταα», καθορίζει εξαρχής το πρόσωπο της αφήγησης και μέσα από τα άφθονα «α» που δηλώνουν έκταση, φανερώνει την αγωνία του αφηγητή για τη μακρινή απόσταση από το ακρογιάλι, που μόλις διακρίνεται στο φως της αστραπής.
«Εκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι»
Όμως η λέξη «γιαλός» υπάρχει και στο τέλος του ποιήματος (σχήμα κύκλου), απόδειξη για το Δ. Μαρωνίτη ότι δεν πρόκειται για απόσπασμα, αλλά για σύνολο λόγο με κοινό ορόσημο στην αφετηρία και στην κατάληξή του23. «Και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη»

(στιχ. 2) Η ανάγκη να σταθμίσει καλά την απόσταση από τη στεριά, όπου και τους περιμένει η σωτηρία, κάνει τον Κρητικό να επικαλεστεί ένα κυρίαρχο στοιχείο της φύσης, το αστροπελέκι, χρησιμοποιώντας ευφημιστικό επίθετο

«Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!»
(στιχ. 3-6) Το θαυμαστό περιστατικό που του συμβαίνει, η αίσθηση δέους που βιώνει, μετά την εμφάνιση τριών ακόμη κεραυνών [συμβολικός αριθμός, μοτίβο του τρία] πολύ κοντά στην κορασιά που εμφανίζεται για πρώτη φορά, ως δεύτερο πρόσωπο στη σύνθεση - και η συμμετοχή πια του κοσμικού στοιχείου, του ουρανού, της θάλασσας, των γιαλών και των βουνών,

Απόσπασμα 2 [19]

(στιχ. 2-4) τον οδηγεί στην ανάγκη να πάρει όρκο - ο όρκος αφορά στα δικά του ιερά πράγματα, που δεν είναι άλλα από τον αγώνα το δικό του και των συντρόφων του για την απελευθέρωση της πατρίδας, και στην αγαπημένη κόρη, που όμως τώρα πια είναι πεθαμένη.
«Μα την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας»
Μάλιστα οι όρκοι έχουν αποδέκτες κάποιο υποτιθέμενο ακροατήριο με σκοπό να το πείσουν για την αλήθεια των λεγομένων, αφού στο σημείο αυτό υπάρχει αποστροφή προς αυτούς μέσα από το β΄ πληθ. πρόσωπο (στιχ. 1). Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια

(στιχ. 5-8) Με την ανάμνηση της πεθαμένης κόρης, τον κυριεύει αγωνία και αναστάτωση, ταράζεται αφάνταστα και φωνάζει να έρθει η Δευτέρα Παρουσία, να αναστηθούν οι νεκροί, για να μπορέσει και ο ίδιος να ξαναδεί την αγαπημένη του. Κάνει την ευχή «Λάλησε Σάλπιγγα» και αμέσως βιώνει νοερά τη συγκλονιστική μεταφυσική αυτή εμπειρία, η οποία φανερώνει τη βαθιά πνευματικότητα του Σολωμού, που αγκαλιάζει όλη τη φύση, πραγματική και ιδεατή σε θαυμαστή ενότητα. Κυρίαρχο εδώ είναι το μοτίβο της φωτιάς, που κατακαίει τον παλιό κόσμο και ετοιμάζει την έλευση του καινούριου. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί και ο φανταστικός διάλογος με τους αναστημένους
«Και σχίζω δρόμο και τς αχνούς αναστημένους κράζω
Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;»
Η διατυπωμένη με μεταφορικό τρόπο ερώτηση θυμίζει ταυτόχρονα δημοτικό τραγούδι και Παλαιά Διαθήκη24.

(στιχ. 11-18) Οι αναστημένοι απαντούν πως τη γνωρίζουν και μάλιστα
«ψηλά την είδαμε πρωί. Της τρέμαν τα λουλούδια»
όπου βέβαια τα λουλούδια παραπέμπουν στην παρθενική της υπόσταση, γνωστό μοτίβο στην ποίηση του Σολωμού. Και προχωρούν ακόμη περισσότερο συμπληρώνοντας ότι εκείνη τον ψάχνει συνεχώς, πιστή πάντοτε στην αγάπη τους, προβάλλοντας στον ουράνιο κόσμο εντελώς γήινες καταστάσεις
«Όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποιονε γυρεύει»
Στο σημείο αυτό σκόπιμα η αφήγηση διακόπτεται από τον ποιητή, αφήνοντας μετέωρη τη ζητούμενη μεταθανάτια ερωτική συνάντηση του ήρωα και της αγαπημένης του. Το πάθος όμως και η ευδαιμονία που βιώνει από την απάντηση των αναστημένων τον οδηγούν σε έκσταση.

Απόσπασμα 3 [20]

(στιχ. 1-8) Ο Κρητικός ξαναβρίσκει την ηρεμία του, επανέρχεται στο αφηγηματικό παρόν και συνεχίζει τη διήγησή του. Στη θάλασσα, που πλαισιώνεται από δύο παρομοιώσεις (σαν τον χοχλό που βράζει, σαν περιβόλι ευώδησε) μετά τα αστροπελέκια, έχει πέσει θαυμαστή γαλήνη, και μάλιστα αυτή η ηρεμία της φύσης θεωρείται απότοκος «θαυμαστού μυστηρίου», κάποιας μυστικής δηλαδή δραστηριότητας μεταφυσικού χαρακτήρα
«Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση»

(στιχ. 9-13) Προετοιμάζεται έτσι η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, η οποία μέσα από την απόλυτη νηνεμία, και το λαγαρό φεγγάρι, «ξετυλίζει» και υψώνεται ως πανέμορφη, θεϊκή μορφή μπροστά στα μάτια του Κρητικού
«Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της»
περιγράφονται δηλαδή οι ανταύγειες του φεγγαρόφωτου στη μορφή της μυστηριακής γυναίκας· η χρήση των λέξεων φως, δροσιά, τρέμουλο είναι συνηθισμένη στην ποίηση του Σολωμού όσον αφορά στην περιγραφή της γυναικείας οπτασίας. Η φοβερή δύναμη της εικόνας δίνεται με τη χρήση δύο σχημάτων λόγου, του σχήματος της συναισθησίας, εφόσον συμφύρονται δύο διαφορετικές αισθήσεις (αφή - όραση), και του οξύμωρου, αφού το φως εκπέμπει θερμότητα, όχι δροσιά. Η περιγραφή συνοπτικά και συγκλονιστικά ολοκληρώνεται με το δίδυμο: ολόμαυρα μάτια - χρυσά μαλλιά, ξεφεύγοντας από το κλασικό παραδοσιακό πρότυπο: «κόρη ξανθή και γαλανή» και αποκαλύπτοντας ίσως το πρότυπο της ιδανικής γυναίκας για το Σολωμό· ίσως όμως το επίθετο «ξανθός» να χρησιμοποιείται εδώ ως συνώνυμο του ωραίου, σύμφωνα με την ομηρική χρήση.

Απόσπασμα 4 [21]

(στιχ. 1-10) Ένα ακόμη δυνατότερο φως, μεσημεριανό φως, πλημμυρίζει τη νύχτα και φωτίζει όλη την πλάση - το γνωστό σχήμα από τα δημοτικά τραγούδια «παράσταση του αδιανόητου καθ’ υπερβολή»· ο ήρωας βλέπει, με τα μάτια της ψυχής πια το κρυφό όραμα, τη Φεγγαροντυμένη, που αποδίδεται μόνο με θετικά κατηγορούμενα (έρωτας, ταπεινοσύνη, ομορφιά, καλοσύνη)25, αφού εξιδανικεύεται η μορφή της - στοιχείο ρομαντισμού - και έλκεται μυστικά από αυτήν. Οπωσδήποτε στη μορφή της αντανακλά το αρχαιοελληνικό ιδεώδες του καλού κἀγαθού, διηθημένο μέσα από τη χριστιανική παράδοση, που του δημιουργεί έλξη ψυχική, πνευματική, ίσως και σωματική.
«Καταπώς στέκει στο Βοριά η πετροκαλαμίθρα»

(στιχ. 11) αλλά και εκείνη αγνοεί την κόρη και επικεντρώνει την προσοχή της σε αυτόν
«Όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει»

(στιχ. 13-18) και καθώς όλος απορία προσπαθεί να ανιχνεύσει την ταυτότητά της, αντιλαμβάνεται γεμάτος θαυμασμό και έκσταση γυρίζοντας πίσω στο χρόνο ότι εκείνη είναι παντού μέσα του, (ασφαλώς απήχηση από πλατωνικές και αριστοτελικές θεωρίες για την ανάμνηση εννοιών), ενωμένη με τις βαθύτερες μνήμες του, με την ίδια τη συνείδησή του, την ίδια την υπόστασή του, ακόμη από την εποχή που βύζαινε το γάλα της μάνας του
«Έλεγα πως την είχα ιδεί πολύν καιρό οπίσω
Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη»

(στιχ. 19-24) Ο Κρητικός συνταράσσεται από τη θεϊκή μορφή, τα μάτια του πλημμυρίζουν με δάκρυα· η περιγραφή ορίζεται μέσα από συσσώρευση μεταφορών και παρομοιώσεων και πολυπλοκότητα εξωτερικών και εσωτερικών εικόνων. Αποτέλεσμα της πλημμυρίδας των δακρύων του είναι να μην μπορεί να δει τη Φεγγαροντυμένη, όμως νιώθει τα μάτια της μέσα στα σωθικά του, που τρέμουν και δεν τον αφήνουν να αρθρώσει λέξη. Παρά τη σιωπή, νιώθει ότι επικοινωνεί καλύτερα μαζί της, πως εκείνη του διαβάζει το νου
«Γιατί άκουγα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου
Που έτρεμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου
………………………………………………………..
Κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου

(στιχ. 25-29) Η όλη σκηνή μοιάζει με διαδικασία μύησης, όπου τα απόκρυφα πράγματα οδηγούν στην ποιητική δημιουργία και φανερώνονται μέσω της ποίησης, ενώ τα μάτια του ίδιου του ποιητή ανοίγουν, αφουγκράζονται και καταγράφουν τα βαθιά μυστήρια του σύμπαντος.
Σύμφωνα με το Γ. Αποστολάκη, «ο Σολωμός κατάφερε να ζωντανέψει σε εξαίσια και ολόθερμη ποιητική γλώσσα τη θεία στιγμή της βαθιάς συλλογής και του θαυμασμού, και αυτό γιατί ο Κρητικός δεν είναι από τους τεχνητούς ανθρώπους, παρά είναι ένας από εκείνη τη μεγάλη γενιά ανθρώπων, που τη ζωή τους δεν την πέρασαν κλεισμένοι μέσα στην κάμαρα, παρά όξω ανάμεσα γης και ουρανού... Ο Κρητικός είναι ηρωικός άνθρωπος, δεν είναι άνθρωπος πολιτισμένος. Τεράστια πάθη φωλιάζουν μέσα του»26,.

(στιχ. 30-38) Αυτή όμως η πορεία προς τα έσω τού φέρνει στο φως νέες αναμνήσεις, μέσα από το μοτίβο της δοκιμασίας.
«Κοίτα με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι»
και ο οραματισμός συγκρούεται με τα πάθη της ψυχής του και αντιπαρατίθεται και στο δύσκολο παρόν, αλλά και στο φοβερό παρελθόν, το οποίο δίνεται μέσα από ανάδρομη αφήγηση, με τους φριχτούς θανάτους των δικών του από το χέρι των Τούρκων, που τον οδηγούν σε έξοδο από τη γενέθλια γη, με μόνο φυλαχτό μια χούφτα χώμα - μεταφορά για την ιδέα της πατρίδας - και τη συντροφιά της αγαπημένης του, από την οποία κρατιέται με απόγνωση
«Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ’χω
Σε γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι αυτό βαστώ μονάχο»

Απόσπασμα 5 [22]

(στιχ. 1-4) Στο τελευταίο μέρος του ποιήματος, υπάρχουν διαδοχικές χρονικές τοποθετήσεις πότε στο παρόν και πότε στο παρελθόν και ο Κρητικός χάνει από τα μάτια του τη Φεγγαροντυμένη, αφού όμως δει τα μάτια της να δακρύζουν, και τότε να αλλάζουν και να μοιάζουν με τα μάτια της καλής του - η λέξη «καλή» τονίζει το βαθύ τους δέσιμο.
«Κι εδάκρυσαν τα μάτια της, κι έμοιαζαν της καλής μου»
Πριν εξαφανιστεί, του αφήνει πολύτιμο θησαυρό και παρηγοριά το δάκρυ της που σταλάζει επάνω στο χέρι του27
«Εχάθη, αλιά μου! Αλλ’ άκουσα του δακρύου της ραντίδα
Στο χέρι, που ’χα σηκωτό μόλις εγώ την είδα»

(στιχ. 5-10) Η επίδρασή της πάνω στον Κρητικό είναι καταλυτική και μάλιστα το δάκρυ της του μεταστρέφει τον ψυχισμό του και προκαλεί νέα ιεράρχηση στις αξίες του, αφού παύει μέσα του κάθε επιθυμία για πόλεμο και δεν έχει πια καμιά αξίωση στη ζωή, περιγραφή που επιχειρείται με προβολή έξω και εμπρός από τον επεισοδιακό χρόνο28
«Χαρά δεν του ’ναι ο πόλεμος, τ’ απλώνω του διαβάτη
Ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι»

(στιχ. 11-20) Το αστροπελέκι που ξεσπά στο άγριο πέλαγος, τον επαναφέρει στη σκληρή πραγματικότητα, δηλ. στη θάλασσα που προσπαθεί να καταπιεί την αγαπημένη του, αφού η εξαφάνιση της Φεγγαροντυμένης αγριεύει εκ νέου το πέλαγος. Ο νους του Κρητικού ταράζεται για λίγο, όμως το χέρι του που δέχτηκε το δάκρυ δυναμώνει και σχίζει τα κύματα με τόση δύναμη, που δεν είχε ούτε στα πρώτα νιάτα του, όταν πολεμούσε τους Τούρκους στην Κρήτη.
«Μήτε όταν τον μπομπο-Ισούφ και τς άλλους δύο βαρούσα
Σύρριζα στη Λαβύρινθο π' αλαίμαργα πατούσα»

(στιχ. 21-24) Μετά την παρέκβαση, ο Κρητικός επανέρχεται στο παρόν και περιγράφει το δυνατό καρδιοχτύπι του, καθώς ακουμπούσε στην «πλεύρα» της αγαπημένης του, ώσπου το γρήγορο ρυθμό της κολύμβησης αναστέλλει ένας ήχος γλυκύτατος, που πλημμυρίζει από παντού τον Κρητικό και τον συνοδεύει
«Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε»

(στιχ. 25-49) Εκστασιασμένος προσπαθεί μάταια να βρει κάτι με το οποίο να τον συγκρίνει· οι τρεις αλλεπάλληλες αρνήσεις (δεν είν’):
α) το τραγούδι μιας κόρης που το δειλινό τραγουδάει τον κρυφό της έρωτα
β) το τραγούδι του κρητικού αηδονιού μέσα στους ψηλούς και άγριους βράχους, μέχρι να προβάλει η αυγή και
γ) το σουραύλι ενός βοσκού, που το άκουγε στον Ψηλορείτη και του ξυπνούσε τον καημό της Ελευθερίας για τη «θεϊκιά και όλη αίματα Πατρίδα»29 τονίζουν τη μοναδικότητα του ήχου και αποκαλύπτουν την ουσία του - τον Έρωτα, τη Φύση, τον Πόθο της Ελευθερίας.

(στιχ. 50-51) Η αρμονία εκείνη μπαίνει στην ψυχή του Κρητικού και την καταλαμβάνει, βαραίνει επάνω του όπως ο Έρωτας και ο Χάρος, η αντιθετική δυάδα των Ελευσίνιων Μυστηρίων
«Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος.
Μ’ έδραχνεν όλη την ψυχή, και νά ’μπει δεν ημπορεί»

(στιχ. 52-58 ) Λαχταρά να χωριστεί από τη σάρκα του και να ακολουθήσει τον θεσπέσιο ήχο - αντανάκλαση της δυϊστικής φιλοσοφικής άποψης περί σώματος και ψυχής -, όμως εκείνος παύει, ο χώρος και πάλι εγκοσμιώνεται και τότε ξαναθυμάται την κόρη, που αποκτά μάλιστα για πρώτη φορά και τον επίσημο τίτλο της «αρραβωνιασμένη»· ο ήρωας με χαρά την απιθώνει στο γιαλό, πιστεύοντας πια ότι πέρασε η περίοδος της δοκιμασίας, εμβρόντητος όμως διαπιστώνει το θάνατό της
«Την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.»

Ίσως ο ήχος να ήταν η τέλεια αρμονία που συνόδευε την ψυχή της αγαπημένης στον ουρανό. Τώρα το μόνο που έχει να περιμένει είναι η αιώνια συνύπαρξη με την αγαπημένη του, όπως την περιέγραψε ο ποιητής στο απόσπασμα 2[19]. Και αφού το τρυφερό κλωνάρι που είχε στα χέρια του τσακίστηκε, η αγαπημένη κόρη χάθηκε, σε αντάλλαγμα οι θεοί του δώσανε τη σπάνια και εξαιρετική χάρη να τραγουδάει τα πάθη του.
Όπως φαίνεται από το έργο, η ποιητική του Σολωμού κινείται από τη Φύση στον Άνθρωπο και από το σωματικό στον πνευματικό κόσμο. Το διπολικό σύστημα Έρωτας-Θάνατος αισθητοποιείται στη Γυναίκα-Αγαπημένη και Γυναίκα-Φεγγαροντυμένη, μια οπτασία, η οποία οδηγεί τον ήρωα στην αναζήτηση της Ελευθερίας, στην ταύτιση του ατομικού με το καθολικό30.
Σύμφωνα με τον Αποστολάκη, η μορφή του Κρητικού αντανακλά την ψυχή του Σολωμού. Έκλεισε ο Σολωμός στην ψυχή του τον Κρητικό, κι εκεί μέσα τον εξαγίασε, τον εξευγένισε, τον έπλασε ποιητή31.
Οι δυνάμεις που ενεργούν μέσα στον Κρητικό (όπως και στα άλλα ώριμα σολωμικά έργα) είναι δύο ειδών: στοιχεία αρνητικά, που αντιπροσωπεύουν την άλογη βία μέσα στη φύση, και στοιχεία θετικά, που είναι η φύση ως αρχέτυπο του κάλλους και αγαθού, με το δεύτερο στοιχείο να υπερισχύει32. Η δράση, εξάλλου, διαδραματίζεται ανάμεσα σε δύο ζεύγη: Φύση-φεγγαροντυμένη, Κρητικός-αγαπημένη του33.

Ι.3.2. ΔΟΜΗ - ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ

Το ποίημα αρχίζει in media res και μεταφέρει στο παρόν του αφηγητή περιστατικά που έχουν ήδη συμβεί. Και στη συνέχεια όμως η αφήγηση δεν προχωρεί ευθύγραμμα, αλλά διακόπτεται συνέχεια από αναδρομές και προβολές.
Οι αναδρομές μας βυθίζουν στο παρελθόν, πίσω από το χρόνο της σύνθεσης και πίσω από τα χρονογραφικά διατεταγμένα θέματα, που είναι το ναυάγιο, η νηνεμία, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, η διάχυση του μαγικού ήχου, η άφιξη του ήρωα στο γιαλό, ο θάνατος της κόρης.
Αντίθετα, οι προβολές μας βγάζουν μπροστά και πάνω από το κλειστό κύκλωμα των βασικών επεισοδίων, ενώνοντας το αφηγούμενο παρελθόν με το αφηγηματικό παρόν στο πρόσωπο του Κρητικού. Η ενότητα 19, με το θέμα της έσχατης κρίσης, υπερβαίνει το φυσικό χώρο και χρόνο, προβάλλοντας τη μεταφυσική εποχή του ποιήματος34.
Η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη δραματοποιημένη, μιλάει μόνο ο ήρωας, ο Κρητικός, σε δραματικό μονόλογο, και το έργο χαρακτηρίζεται ως μονόδραμα, με την έννοια πως είναι αναπαράσταση ενός δράματος με ένα χαρακτήρα35· το δεύτερο αναφερόμενο πρόσωπο, η κόρη, η «αρραβωνιαστικιά», όπως αποκαλείται στο τέλος, παραμένει άφωνη και ανώνυμη σε όλη την αφήγηση36.
Μόνη εξαίρεση αποτελεί η ενότητα 2 [19], 2 όπου υπάρχει αποστροφή του αφηγητή προς ένα υποθετικό ακροατήριο και διατυπώνει τους τρεις όρκους, με σκοπό να πείσει για τις δοκιμασίες που περνά. Στην ίδια ενότητα διεξάγεται και ένας διάλογος, όχι όμως με πραγματικά πρόσωπα, αλλά με τις σκιές των αναστημένων νεκρών (2 [19] 7-18) με σκοπό την ανεύρεση της κόρης· όμως ο διάλογος αυτός μέσα στην παρένθετη αυτή ενότητα χαρακτηρίζεται από καθαρά μεταφυσικό και οραματικό χαρακτήρα.
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η καταμέτρηση των στίχων με τα χρονογραφικά διατεταγμένα βασικά θέματα, σε 60 στίχους από τους 134 συνολικά στίχους του ποιήματος. Οι υπόλοιποι 66 στίχοι που το συναπαρτίζουν αφηγούνται δευτερεύοντα επεισόδια, λειτουργικά όμως και αποκαλυπτικά της ποιητικής πρόθεσης37.
Οι 66 αυτοί στίχοι συντίθενται από «αναχρονισμούς», από ανάδρομες αφηγήσεις (αναλήψεις) και πρόδρομες αφηγήσεις (προλήψεις) του Κρητικού, πλαισιώνοντας τα βασικά επεισόδια και επεκτείνοντας το αφηγηματικό παρόν στο παρελθόν και μέλλον αντίστοιχα, μέσα από την προσπάθεια του ποιητή να υφάνει ταυτόχρονα ολόκληρη την ιστορία του πριν και μετά το ναυάγιο38.

Οι ανάδρομες αφηγήσεις καλύπτουν τους στίχους:
2 [19], στίχ. 2-3: συμμετοχή Κρητικού σε μάχες - τραύματα στα στήθη - θάνατος συντρόφων στην Κρήτη
4 [21], στιχ. 14-16: αναμνήσεις ήρωα από παιδική και νεανική ηλικία
4 [21], στίχ. 31-36: περιγραφή των φοβερών θανάτων των οικείων του ήρωα από το χέρι των Τούρκων στην πατρίδα του, εκπατρισμός του
5[22] στίχ. 5-6: δήλωση της περασμένης πολεμικής του αρετής
5[22] στίχ. 16-20: περιγραφή φονικής μάχης στη Λαβύρινθο της Κρήτης
5[22] στίχ. 25-33: μνήμες από την ομορφιά της κρητικής φύσης
5[22] στίχ. 35-42: ειδυλλιακή σκηνή στον Ψηλορείτη - έκρηξη αισθημάτων αγάπης προς την πολύπαθη Πατρίδα.
Οι ανάδρομες αυτές αφηγήσεις καλύπτουν τα κενά της προϊστορίας του Κρητικού και αποκαλύπτουν στον αναγνώστη στιγμές από την παιδική και νεανική του ηλικία· πολλές μάλιστα από αυτές στρέφονται γύρω από το μοτίβο της δοκιμασίας.

Πολύ λιγότερες είναι οι πρόδρομες αφηγήσεις:
2[19] στίχ. 4: προδήλωση του επερχόμενου θανάτου της κόρης, που προοικονομεί τη σκηνή της Δευτέρας Παρουσίας
5[22] στίχ. 7-14: περιγραφή της μελλοντικής κατάστασης του ήρωα, με εμφανή τα σημάδια της δυστυχίας, της ερημιάς του χωρίς την αγαπημένη, της οικονομικής εξαθλίωσης, των εφιαλτικών αναμνήσεων.
Πιθανότατα μάλιστα η τελευταία πρόδρομη αφήγηση να αποτελεί πολιτικό σχόλιο του Σολωμού για την παρούσα κατάσταση, με τους καταξιωμένους αγωνιστές να «ψωμοζητούν» και να πένονται, αντιμέτωποι όχι μόνο με την αδιαφορία της επίσημης πολιτείας, αλλά και των συμπατριωτών του.
Ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί η ενότητα 2[19], η οποία με τον οραματικό και μεταφυσικό της χαρακτήρα δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμιά από τις παραπάνω κατηγορίες.

Μετά τις διαπιστώσεις αυτές, αρκετά ξεκάθαρα προκύπτουν κάποια επίπεδα ανάγνωσης, «εποχές» σύμφωνα με το Σολωμό39:
       Το πρώτο και πιο ευανάγνωστο (πρώτη εποχή) αποτελούν τα χρονογραφικά διατεταγμένα βασικά θέματα: το ναυάγιο, η νηνεμία, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, η διάχυση του μαγικού ήχου, η άφιξη του ήρωα στο γιαλό, ο θάνατος της κόρης.
       Το δεύτερο επίπεδο (δεύτερη εποχή) ορίζεται μέσα από τις ανάδρομες αφηγήσεις [παιδική και νεανική ηλικία στην Κρήτη, πολεμικές συγκρούσεις, απώλειες οικείων] και πρόδρομες αφηγήσεις [προδήλωση θανάτου κόρης - μελλοντική δυστυχία ήρωα].
       Το τρίτο άχρονο επίπεδο (τρίτη εποχή) περιγράφει μια μεταφυσική εμπειρία του ήρωα, έναν εσχατολογικό οραματισμό του, και διαφοροποιείται από την υπόλοιπη αφήγηση.
       Ως ένα τέταρτο επίπεδο (τέταρτη εποχή) θα μπορούσε να οριστεί εμμέσως το αφηγηματικό παρόν της βιωμένης πια εφιαλτικής κατάστασης της φτώχειας, της δυστυχίας και των εφιαλτικών αναμνήσεων του ήρωα, ως ποιητική πράξη και μετουσίωση όλων των τραυματικών εμπειριών του παρελθόντος σε ποιητική δημιουργία, αλλά και ως επιβίωση της ανάμνησης της Φεγγαροντυμένης και του θαυμαστού μυστικού ήχου, θησαυρών πολύτιμων που τον κρατούν στη ζωή και τον μπολιάζουν με την ομορφιά τους.
Έτσι, ο χαροκαμένος πολέμαρχος, ο πρωτόγονος μαχητής, μετατρέπεται σε δημιουργό-ποιητή, «υποκαθιστώντας μάλιστα τον γεννήτορα του, το Σολωμό»40.

Ι.3.3. Αφηγηματικά Μοτίβα

       Το μοτίβο του τρία: βασικό χαρακτηριστικό της δομής είναι η σύνθεση των στοιχείων ανά τρία. Τρεις κεραυνοί, τρεις όρκοι, τρεις προσπάθειες να ταυτιστεί η Φεγγαροντυμένη, τρεις «αποφατικές» παρομοιώσεις για τον μαγικό ήχο (5 [22] 25-42). Οπωσδήποτε το μοτίβο του τρία απαντάται συχνά στη δημοτική ποίηση, όπου συνήθως το τελευταίο σκέλος είναι το πιο σημαντικό41.
       Το μοτίβο της δοκιμασίας: αιματηρές μάχες, χαμός συντρόφων, απώλεια οικογένειας, εμπειρίες που δεν κάμπτουν τον ήρωα που μάχεται τώρα για τη ζωή τη δική του και της αγαπημένης του.
       Το μοτίβο της αντίθεσης: το πέρασμα από τον έρωτα (ζωή) στο θάνατο, από την έκσταση και τη χαρά στην ψυχολογική ερημιά και την ισοπέδωση, από τον ηρωισμό στην εξαθλίωση, από τη βία στην ομορφιά42.
       Το μοτίβο της φωτιάς: πρόκειται για ένα μοτίβο γενικότερα γνωστό στο έργο του Σολωμού, που συνδέεται με την καταστροφή και την κάθαρση.
       Το μοτίβο της Φεγγαροντυμένης: το συναντούμε σε άλλα δύο ποιήματα του Σολωμού, τον Λάμπρο και τους Ελεύθερους Πολιορκημένους (Σχεδίασμα Γ «Ο Πειρασμός»). Μπορεί να συνδεθεί με τα «Επιφάνια» των αρχαιοελληνικών θεοτήτων ή τα «Θεοφάνια» της χριστιανικής παράδοσης. Το όραμα αναδύεται πάντοτε τη νύχτα, ξετυλίγεται γρήγορα και συνδέεται με το λαγαρό φεγγάρι (Πανσέληνος). Σκηνοθετικά, στην εικόνα της Φεγγαροντυμένης υπάρχουν στοιχεία από ιταλικές κλασικιστικές και νεοκλασικιστικές πηγές, όπως Νυμφών, θαλάσσιων όντων, αλλά και τη σκηνή της Αναδυόμενης Αφροδίτης· επίσης, από επιδράσεις του ευρωπαϊκού ρομαντισμού (ταύτιση Θεού και Φύσης, σύνδεση Φύσης και Πνεύματος), από τις ολόφωτες δαντικές μορφές από τον «Παράδεισο» της Θείας Κωμωδίας, ιδανικές ερωμένες του 16ου αι., αλλά και από μοτίβα θρησκευτικής ποίησης και ιερών κειμένων43.
Οι πιο αντιπροσωπευτικές απόψεις για αυτήν είναι οι εξής44:
       Συμβολίζει την ομορφιά της Ζωής και της Φύσης
       Προέρχεται από νεράιδες λαϊκών παραδόσεων
       Είναι θεά, ίσως η Αναδυόμενη Αφροδίτη45
       Είναι η θεά Ελευθερία - Ελλάδα
       Είναι η ψυχή της αρραβωνιαστικιάς του Κρητικού
       Πρόκειται για την ενότητα Φύσης και Ψυχής
       Αποτελεί αναπαράσταση της Θρησκείας
       Ταυτίζεται με την Πλατωνική ιδέα - ομορφιά, καλοσύνη, δικαιοσύνη
       Αναπαριστά τη μορφή του Θείου Έρωτα
       Συμβολίζει την Πονεμένη Μάνα των ανθρώπων - Mater Dolorosa
       Αναπαριστά τη μορφή της Παρθένου Μαρίας και πιο συγκεκριμένα την Παναγία της Άμωμης Σύλληψης ή της Ανάληψης της Θεοτόκου46
       Πρόκειται για διαλεκτική σύνθεση Αρχαιοελληνικού Κάλλους - Χριστιανικής Ηθικής
       Συνδέει το Ιδεώδες Κάλλος - Αγαθό με το Καθολικό Ερωτικό Πνεύμα
       Αποτελεί αρχετυπική Εικόνα Γυναίκας ή Εξιδανικευμένη Γυναικεία Ομορφιά ή κυρίαρχο Μητρικό Είδωλο.

Ι.3.4. Στιχουργική - Γλώσσα - Ύφος

Στον Κρητικό η γλώσσα, όπως και η σύλληψη, δείχνει ανάλογη πρόοδο του ποιητή· υπάρχει αρμονία του είναι και του φαίνεσθαι, η γλώσσα δηλαδή παρουσιάζεται άξια να εκφράσει τον πνευματικό κόσμο του ήρωα47.
Για πρώτη φορά τώρα ο ποιητής σε τόσο μεγάλη έκταση καλλιεργεί το δεκαπεντασύλλαβο σε ομοιοκατάληκτα δίστιχα (ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία), και μάλιστα είναι φυσικός και «απηρτισμένος», δηλ. κάθε στίχος έχει ολόκληρο νόημα που τελειώνει με το στίχο, ενώ το β΄ ημιστίχιο (τομή στην 8η συλλαβή) ή επαναλαμβάνει ή συμπληρώνει ή προεκτείνει το νόημα του α΄ ή κάνει μια αντίθεση· πολλές φορές οι δύο στίχοι αλληλοσυμπληρώνονται48.
Τα θέματα που επιλέγει, η μετρική, η γλώσσα και γενικά η σύνθεση μιλούν για έντονες επιδράσεις από την κρητική λογοτεχνία, και ιδίως τον Ερωτόκριτο49, αλλά και από τη μεταβυζαντινή λαϊκή ποίηση και το δημοτικό τραγούδι. Η ποιητική του ωρίμανση είναι φανερή. Απελευθερώνει όχι μόνο έναν πρωτοφανέρωτο λυρισμό, αλλά εισχωρεί βαθιά μέσα στα μυστικά της λαϊκής γλώσσας και στους ποιητικούς εκφραστικούς τρόπους της λαϊκής παράδοσης50.
Οπωσδήποτε, ο Σολωμός είναι ποιητής του πάθους για το υψηλό, το αιώνιο, το πνευματικό, το υπερβατικό και ο τόνος της ποίησης του είναι πάντα εξηρμένος51.
Στον Κρητικό ο ποιητής επιχειρεί να εφαρμόσει ένα συνδυασμό του δραματικού, αφηγηματικού και λυρικού τρόπου: το ποίημα παρουσιάζεται ως δραματικός μονόλογος του ποιητικού προσώπου, το οποίο μας αφηγείται λυρικά την τελευταία και καίρια δοκιμασία της ζωής του52.
Η γλώσσα είναι η δημοτική, διανθισμένη με διάφορες ιδιωματικές λέξεις53 (έκρουζε, αργούνε, πλέξιμο, πλεύρα κά.). Ο αγώνας του Σολωμού ήταν διμέτωπος, για τη δημιουργία μιας πανελλήνιας ποιητικής δημοτικής γλώσσας, αλλά και για τη διάσωση του ιδιωματικού στοιχείου της ποίησης του, ως στοιχείου αυθεντικότητας54.
Καθοριστική και κύρια είναι η χρήση των ρημάτων, σημάδι ωριμότητας του ποιητή, που εκφράζουν έντονα το στοιχείο της κίνησης και του ρυθμού, και μάλιστα του ρυθμού του κόσμου55. Ο έντονος λυρισμός χαρακτηρίζει τη γλώσσα και το ύφος του Κρητικού, βασισμένος κυρίως στην εικονοπλασία και το συμβολισμό.
Σημαντικά στοιχεία προς αυτή την κατεύθυνση αποτελούν:
       τα σχήματα λόγου (άφθονες μεταφορές και παρομοιώσεις, προσωποποιήσεις, υπερβατά, χιαστά κ.ά.)
       οι συμβολικές χρήσεις λέξεων (που έχουν σχέση με τα οράματα του ήρωα και την αποκάλυψη μέσω της ποίησης απόκρυφων πραγμάτων, όπως κρυφός, ξετυλίξει κτλ.
       η συμβολική σημασία της θάλασσας (αγριεμένη - σύνδεση με θάνατο, ήρεμη - σύνδεση με ζωή)
       η λειτουργική χρήση επιθέτων (καθαρός, δροσάτος, δροσερός, γλυκός), που αναφέρονται πότε στη φύση, πότε στον ηθικό κόσμο των ανθρώπων, αλλά πάντα δηλώνουν καλοσύνη και αγιότητα
       η επαναλαμβανόμενη χρήση εικόνων από τη φύση που αντικατοπτρίζουν και ανθρώπινες καταστάσεις
       η χρήση λέξεων για μέλη του σώματος (μάτι, χέρι), που ξεφεύγουν από τη συνήθη σημασία (όμως αυτοί [= τα μάτια] είναι θεοί). Ιδιαίτερα στον Κρητικό παρατηρούμε πολύπλοκους σχεδιασμούς που δημιουργούν οι εικόνες ματιών και χεριών, πχ. η όραση σε αντιπαράθεση με την ομιλία και την ακοή56.

Π. ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Π.1.1. Τρόποι εργασίας - Μέθοδος διδασκαλίας

α) Προγραμματισμός διδασκαλίας - διάθεση 7-8 διδακτικών ωρών
β) Συνδυασμός επαγωγικής και παραγωγικής μεθόδου (από τα μέρη στο όλο και από το όλο στα μέρη)
γ) Διατύπωση των ειδικών διδακτικών στόχων για το συγκεκριμένο ποίημα
δ) Φάσεις διδασκαλίας
       Ανάγνωση του ποιήματος - προσπάθεια απόδοσης του νοήματος
       Ερμηνευτική Προσέγγιση:
Αξιοποίηση εξωκειμενικών στοιχείων:
- τοποθέτησή του μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο
- χρησιμοποίηση βιογραφικών στοιχείων Σολωμού - σχολιασμός της ιδιόμορφης διγλωσσίας του και της αγωνίας του για την κατάκτηση της γλώσσας - πληροφορίες για το γλωσσικό πλαίσιο της εποχής.
- σύνδεση του με περισσότερο γνωστά ποιήματα του ποιητή - Ύμνος εις την Ελευθερίαν, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
- ένταξή του στην παραγωγή της Επτανησιακής Σχολής

Προσέγγιση εσωκειμενικών στοιχείων:
- λεπτομερής σχολιασμός στίχων, χρησιμοποίηση των πολύ καλών σχολίων του σχολικού βιβλίου
- συσχέτιση μορφής - περιεχομένου, υφολογικές παρατηρήσεις (σύνθεση-δομή, σχήματα λόγου, αφηγηματικές τεχνικές, είδος αφήγησης, γλώσσα, ύφος)
- χρήση συνοδευτικών κειμένων φιλολογικής κριτικής
- παράλληλα κείμενα (ιδίως από τον Σολωμό, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Σχεδίασμα Β', Γ', «Ο πειρασμός», Λάμπρος «Η Αναδυομένη», «Σχεδίασμα [του 1833]», Ο Όρκος τον Μαρκορά51 κ.ά.)
- Συνολική θεώρηση έργου
- Ανάθεση εργασιών


ΙΙ. 1.2. Μέσα Διδασκαλίας

       Διδακτικό Εγχειρίδιο - Συνοδευτικά κείμενα από το Γ΄ Μέρος Εγχειριδίου
       Γραμματολογίες, Γενική και Ειδική Βιβλιογραφία για τον Σολωμό, φωτοτυπίες από επιλεγμένα άρθρα-μελέτες φιλολογικής κριτικής για τον Κρητικό
       Χρήση Διαδικτύου από τους μαθητές - Παρουσίαση των πληροφοριών, διαγραμμάτων κ.ά. στην τάξη με Power-Point.

Σημειώσεις
2.    Η εισήγηση παρουσιάστηκε σε ημερίδα φιλολόγων.
3.    Βλ. Οδηγίες Π. Ι., ΟΕΔΒ 2004-05, σελ. 219-220.
4.    Επιστολή προς τον Γεώργιο Μαρκορά, το Σεπτέμβριο του 1830, βλ. Λ. Πολίτης, Ο Σολωμός στα γράμματα του, Αθήνα 1956, σελ. 98-99.
5.    Δ. Ν. Μαρωνίτης, Δ. Σολωμός, Οι εποχές του «Κρητικού», Αθήνα 1975, σελ. 8.
6.    Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα 1985, σελ. 147.
7.    Του ίδιον, Η δομή του «Κρητικού», σελ. 404.
8.    Ο Beaton επισημαίνει ότι ο Πολυλάς εξέδωσε τα ποιήματα του Σολωμού σε μια μορφή της οποίας τα κριτικά εργαλεία και η γνωστική επάρκεια ουδέποτε ξεπεράστηκαν. Το μέγεθος του επιτεύγματος του Πολυλά εκτιμήθηκε αρκούντως μόνο μετά το 1964, όταν δημοσιοποιήθηκε το υλικό με το οποίο εργάστηκε. Παρόλο που δεν πρόσθεσε κανένα δικό του στίχο και αποσιώπησε μόνο ορισμένες διαφορετικές γραφές, σε μεγάλο βαθμό «η ζωή και το έργο του Σολωμού» αξίζει να θεωρηθεί ως φιλολογική δημιουργία του κληρονόμου του, του Πολυλά. Βλ. R. Beaton, Εισαγωγή στη Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία, Αθήνα 1996, σελ. 80.
9.    Λ. Πολίτης, Η δομή τον «Κρητικού», σελ. 444.
10.      Βλ. Γ. Π. Σαββίδης, «Δύο αφανή προβλήματα δομής του Κρητικού», Ο Ερανιστής, τόμ. 11/1974, ανάτυπο αρ. 218, Αθήνα 1977, σελ. 443-455, εδώ σελ. 443.
11.      Λ. Πολίτης, όπ. π. , σελ. 413.
12.      Δ. Μαρωνίτης, Οι εποχές του «Κρητικού», Αθήνα 1975, σελ. 10 και του ίδιου, «Περί σολωμικής ποιητικής: Απορίες και Προτάσεις», στο Διονύσιος Σολωμός: «Κανών» νεοελληνικού πνευματικού βίου; Επιστημονικό Συμπόσιο, Αθήνα 1997, σελ. 13-30, εδώ σελ. 23. Περισσότερες απόψεις για την αποσπασματικότητα του έργου του Σολωμού, βλ. Γ. Αλισανδράτος, «Τα Σολωμικά Αποσπάσματα: Oι Απόψεις των Κριτικών και Λογίων»: Νέα Εστία, τ. 144, αρ. 1707 (Δεκ. 1998), σελ. 1205-1233, εδώ σελ. 1211.
13.    Ε. Κριαράς, Διονύσιος Σολωμός: ο βίος - το έργο, Αθήνα 19692, Κ. Βάρναλης, Ο Σολωμός χωρίς Μεταφυσική, στα Σολωμικά, Αθήνα 1957, σελ. 143-156, Δ. Αγγελάτος, «ηχός λεπτός... [...] γλυκύτατο[ς], ανεκδιήγητο[ς]...», Η τύχη του Σολωμικού έργον και η εξακολουθητική αμηχανία της κριτικής (1859-1929), Αθήνα 2000, σελ. 231-253 και Δ. Δημηρούλης, Φάκελος «Διονύσιος Σολωμός», Ανατομία ενός εθνικού θρίλερ, Αθήνα 2003, σελ. 201-244. Ο Beaton, εξάλλου, επισημαίνει ότι λαμβάνοντας υπόψη την αίσθηση της ολότητας, η οποία πλέον βασίζεται στο φευγαλέο συμφυρμό των αντιθέτων δυνάμεων, δεν μας εκπλήσσει τόσο το ότι διέφευγε του Σολωμού η μορφική πληρότητα σε καθένα από αυτά τα κορυφαία ποιήματα της ωριμότητας. Βλ. R. Beaton, όπ. π., σελ. 75.
14.     Εκδόθηκε στα 1977, βλ. Louis Coutelle, Formation poetique de Solomos, (1815-1833), Αθήνα 1977.
15.     Ε. Τσαντσάνογλου, Μια λανθάνουσα ποιητική σύνθεση του Σολωμού, το αυτόγραφο κεφάλαιο Ζακύνθου αρ. 11, Αθήνα 1882, σελ. 52-62.
16.     Όπ. π., σελ. 65.
17.     Π. Μάκριτζ, Διονύσιος Σολωμός [1989], ελλην. μτφ., Αθήνα 1995, σελ. 48-49.
18.     Ι. Πολυλάς, «Προλεγόμενα» : Δ. Σολωμός., άπαντα, επιμ. Λ. Πολίτης, τόμ. Ι.
19.     Βλ. R. Beaton, όπ. π., σελ. 53-57.
20.     Βλ. Λ. Πολίτης, Ιστορία, όπ. π., σελ. 141,145, 147.
21.     Πιθανώς προανακρούσματα του Κρητικού βρίσκονται στο ποιητικό έργο Δήμος και Ελένη τον Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (1809-1892), ποιητή της Παλαιάς Αθηναϊκής ή Φαναριώτικης Σχολής. Η εικόνα της καταιγίδας στο παρακάτω παράθεμα συνδυάζεται με την καταδίωξη των Τούρκων και την προσπάθεια του ήρωα να προστατέψει την αγαπημένη του, αναγνωρίσιμα στοιχεία και στον Κρητικό τον Σολωμού.
22.              «Πλην τ’ είν’ αυτός ο βρόντος που ο βοριάς μας φέρνει; Ταις πέτραις των φαράγγων αστροπελέκι δέρνει;... Αγάπη μου, ταράττεσαι; Ο κρότος σε τρομάζει;» Βλ. Α. Ρίζος Ραγκαβής, Άπαντα τα Φιλολογικά, τόμ. Β', σελ. 118 και R. Beaton, όπ. π., σελ. 69.
23.     Δ. Μαρωνίτης, Οι εποχές τον «Κρητικού», όπ. π., σελ. 13.
24.     Όπ. π., σελ. 13.
25.     Δ. Μαρωνίτης, όπ. π., σελ. 18.
26.     Όπ. π., σελ. 15.
27.     Γ. Αποστολάκης, Η Ποίηση στη Ζωή μας, Β΄ Έκδοση, Αθήνα, σελ. 254-255.
28.     Σύμφωνα με τον Αποστολάκη, η Φεγγαροντυμένη δεν είναι άλλη από την ίδια την καλή του «που έριξε από πάνω της εκείνο τον ήσκιο , κ’ η πύρινη καρδιά κ’ η ζωηρή φαντασία τον ζωντάνεψαν και τον μεταμόρφωσαν στη θεία Μορφή». Όπ. π., σελ. σελ 255.
29.     Δ. Μαρωνίτης, όπ. π., σελ. 15.
30.     Βλ. και Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, σχ. Β΄ και Γ΄
31.     Βλ. Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων στο Λύκειο, 2004-2005, ΟΕΔΒ, σελ. 222.
32.     Γ. Αποστολάκης, Η Ποίηση στη Ζωή μας, όπ. π., σελ. 259
33.     Ε. Καψωμένος, όπ., π., σελ. 81-84, 87.
34.            Γ. Δάλλας, Σκαπτή Ύλη από τα Σολωμικά Μεταλλεία, Ο Κρητικός, Αθήνα 1997, σελ. 69-113, εδώ σελ. 98.
35.            Δ. Μαρωνίτης, Οι εποχές του «Κρητικού», όπ. π., σελ. 12.
36.            Γ. Δάλλας, όπ. π., σελ. 105.
37.            Το ερωτικό ζεύγος του Κρητικού είναι ανώνυμο: Κρητικός-αρραβωνιασμένη. Σε προηγούμενες όμως επεξεργασίες η κόρη ονομάζεται:
38.              «Και την Ελένη αστόχησα, κι έλεγα «μνήστητί μου»
39.              Βλ. Ε. Τσαντσάνογλου, «Η ταυτότητα της Φεγγαροντυμένης στον «Κρητικό» του Σολωμού: Το όραμα του Ποιητή και το όραμα του Ζωγράφου», ΕΕΦΣΠΘ: Μνήμη Λίνου Πολίτη, Τιμητικός τόμος, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 167-195, εδώ σελ. 169.
40.            Ο Δ. Μαρωνίτης αποκαλεί τους 60 στίχους «βασική εποχή» και τους υπόλοιπους «περιφερειακή εποχή». Βλ. όπ. π., σελ. 16.
41.            Βλ. P. Macridge, «Time out of mind: The Relationship between Story and narrative in Solomos «The Cretan», Byzantine and Modern Greek Studies 9 (1984-85), σελ. 187-208 και Ε. Γ. Καψωμένος, «Καλή ναι η μαύρη πέτρα σου»: Ερμηνευτικά κλειδιά στο Σολωμό, Αθήνα 1992, σελ. 80-81.
42.            «Εποχές» χαρακτηρίζει τα επίπεδα αυτά ο Μαρωνίτης, συμπίπτοντας με τον όρο που και ο ίδιος ο Σολωμός χρησιμοποίησε. Βλ. όπ. π., σελ. 18-19.
43.            Όπ. π., σελ. 20.
44.            Βλ. Π. Μακρίτζ, Διονύσιος Σολωμός, ελλην. μτφ. Αθήνα 1995, σελ. 65, 157.
45.            Κανένα από αυτά τα ζεύγη στην ποιητική σύλληψη του Σολωμού δεν είναι αυτοδύναμο χωρίς το άλλο, αλλά το τραγικό τίμημα της ολότητας, της υπέρβασης των διαχωρισμών όπου βασίζεται η καθημερινή ζωή είναι πάντα και αμετάκλητα ο θάνατος. Βλ. R. Beaton, όπ. π., σελ. 73.
46.            Ε. Γ. Καψωμένος, «'Lo spirito Terreste': Η Ποιητική Εικόνα της Φεγγαροντυμένης, η Καταγωγή της και η Ερμηνεία της από την Κριτική», στο «Καλή 'ναι η μαύρη πέτρα σου»: Ερμηνευτικά κλειδιά στο Σολωμό, Αθήνα 1992, σελ. 201-251.
47.            Όπ. π., σελ. 241-243.
48.             Πρβλ. τη σκηνή της Αναδυόμενης Αφροδίτης στη μπαλάντα Ηρώ και Λέανδρος του Σίλλερ, θέμα της οποίας είναι ο έρωτας και η θανάσιμη δοκιμασία του εραστή στην τρικυμία. Βλ. περισσότερα, Γ. Βελουδής, Διονύσιος Σολωμός. Ρομαντική ποίηση και ποιητική. Οι γερμανικές πηγές. Αθήνα 1989, 35-40, 80-89 και Γ. Δάλλας, όπ. π., σελ. 70-76.
49.             Υπάρχουν αρκετά εικονογραφικά στοιχεία από τη δυτική παράδοση που έχουν ομοιότητες με την περιγραφή του Σολωμού: Η Παναγία της Άμωμης Σύλληψης απεικονιζόταν συνήθως ως νεαρή γυναίκα μετέωρη μεταξύ ουρανού και γης, όπως την περιγράφει η Αποκάλυψη, (12,1): «... γυνή περιβεβλημένη τον ήλιον, και η σελήνη υποκάτω των ποδών αυτής, και επί της κεφαλής αυτής στέφανος αστέρων δώδεκα»· την απεικονίζουν με φλογοειδή περιγράμματα που δίνουν καθαρά την αίσθηση της ανοδικότητας και της κίνησης, να περιστοιχίζεται από τα μαριανικά της σύμβολα, τον ήλιο, το φεγγάρι κ.ά. Επιπλέον απεικονίζεται ως figura serpentinata, ταιριάζει δηλαδή με το «ξετύλιγμα της μορφής» που περιγράφει ο Σολωμός, ο οποίος είχε την ευκαιρία στην Ιταλία να δει σχετικά έργα. Βλ. περισσότερα Αν. Μπιτσάνη, Οι Γυναίκες του Γκρέκο, Πάθος, Κάλλος, Αρετή στο έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 159-165, 215-220. Μάλιστα η Ε. Τσαντσάνογλου συνδέει την παραβολή του «γλυκύτατου ηχού» με τα μουσικά όργανα που κρατούν σε πίνακες του Θεοτοκόπουλου οι άγγελοι που συνοδεύουν τη μεθισταμένη προς τα ουράνια Παναγία, Βλ. Ε. Τσαντσάνογλου, όπ. π., σελ. 192-193.
50.     Γ. Αποστολάκης, Τα τραγούδια μας, Αθήναι, σελ. 255.
51.     Κ. Βάρναλης, Ο Σολωμός χωρίς Μεταφυσική, Αθήνα 1957, σελ. 25-33.
52.     Ο R. Beaton αναφέρει χαρακτηριστικά ότι τα παλαιότερα «λαϊκά» έργα, και ειδικότερα ο Ερωτόκριτος, έλαβαν νέα πνοή στη δεκαετία του 1830 από τον Σολωμό, ο οποίος σκόπιμα εκμεταλλεύτηκε στοιχεία της γλώσσας και της στιχουργικής τους. Βλ. περισσότερα, R. Beaton, όπ., π., σελ. 55 και Ε. Χατζηγιακουμής, Νεοελληνικαί πηγαί του Σολωμού, Αθήναι 1968, σελ 52-78.
53.     Lίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα 1985, σελ. 147.
54.     Π. Μάκριτζ, όπ. π., σελ. 48-49. Ο ίδιος ο Σολωμός το 1824 στο «Διάλογο» του θα πει: «Μήπως έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;»
55.     Ε. Τσαντσάνογλου, «Η “Ταυτότητα” της Φεγγαροντυμένης», όπ. π., σελ. 169.
56.     Η εμμονή του ποιητή στο ιδιωματικό δεν είναι αποτέλεσμα αδυναμίας, άγνοιας, αφού πολλές φορές χρησιμοποιεί τον πανελλήνιο τύπο, αλλά πάλι τον εγκαταλείπει, σαν κάτι μέσα του να τον συμβούλευε να μην εγκαταλείψει την ταυτότητα της εντοπιότητας. Βλ. Σπ. Καββαδίας, Η Λαϊκή Ζωή και Γλώσσα στο Ελληνόγλωσο Έργο του Διονυσίου Σολωμού, Διδακτ. Διατριβή, Αθήνα 1987, σελ. 204-205, 209.
57.     Όπ. π., σελ. 204-205, 209.
58.     Γ. Αποστολάκης, Τα τραγούδια μας, Αθήναι, σελ. 253, υποσημ. 1.
59.     Π. Μάκριτζ, όπ. π., σελ. 49-61, 69-94.
60.     Ο Όρκος δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Κέρκυρα το 1875· αντλεί το θέμα του από την αποτυχία της Κρητικής επανάστασης εναντίον των Τούρκων (1866) και κατά κάποιο τρόπο «ολοκληρώνει» τον Κρητικό του Σολωμού. Βλ. R. Beaton, όπ. π., σελ. 78.

Πλαίσιο κειμένου: «Κι ήταν ο Ιούδας σαν ποιον;»
- Κι ήταν ο Ιούδας, σαν ποιον; σαν ποιον;
Σηκώθηκε από την έδρα ο δάσκαλος κι άρχισε να προχωράει αργά, απειλητικά, από θρανίο σε θρανίο και μας κοιτούσε, ένα ένα.
- Ήταν ο Ιούδας σαν τον... σαν τον... Είχε απλώσει το δείχτη του χεριού του και τον μετακινούσε από τον ένα μας στον άλλο, ζητώντας να βρει με ποιον από μας έμοιαζε ο Ιούδας [...]
- Να, σαν το Νικολιό! Φώναξε ο δάσκαλος. Απαράλλαχτος. Έτσι χλωμός, έτσι ντυμένος κι αυτός, κι είχε κόκκινα μαλλιά, σαν τις φλόγες της Κόλασης!
Να το ακούσει το κακόμοιρο το Νικολιό, ξέσπασε σε θρήνο• κι εμείς όλοι, που είχαμε γλιτώσει από τον κίντυνο, τον αγριοματιάζαμε με μίσος και συμφωνήσαμε κρυφά από θρανίο σε θρανίο, άμα βγούμε έξω να τον σπάσουμε στο ξύλο που πρόδωκε το Χριστό.
(Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο, Αθήνα χ.χ., σ. 71)


[1] Η Αναστασία Μπιτσάνη είναι φιλόλογος στο 2ο Πειραματικό Λύκειο Θεσσαλονίκης, διδακτόρισσα Βυζαντινής Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου